Νοτιότερα της Αρεόπολης, στον κόλπο του Διρού, το σπήλαιο Γλυφάδα (ή Βλυχάδα), φυλά για τον επισκέπτη μοναδικές ομορφιές μέσα στα έγκατα της γης. Πρόκειται για ένα ενάλιο σπήλαιο ανείπωτης ομορφιάς, που έχει πάρει την πρώτη θέση ανάμεσα στα τρία ωραιότερα λιμναία σπήλαια του κόσμου. Είναι τουριστικά αξιοποιημένο με 3.100 μέτρα επισκέψιμου τμήματος, που περνά μέσα από χερσαία και θαλάσσια τμήματα με πλήθος από στοές και θαλάμους. Διαθέτει έναν εντυπωσιακό, πολύχρωμο λιθωματικό διάκοσμο από σταλακτίτες και σταλαγμίτες, που σχηματίζουν επιβλητικές κολώνες. Η περιήγηση είναι κυκλική και στο θαλάσσιο τμήμα του, μήκους 2.800 μέτρων, πραγματοποιείται αποκλειστικά με βάρκες. Η εξερεύνησή του σπηλαίου ξεκίνησε το 1949, και μέχρι σήμερα έχει εξερευνηθεί έκταση άνω των 10.000 τ.μ. Το Σπήλαιο της Γλυφάδας Διρού, αποτελεί μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο και διασημότερο σπήλαιο της χώρας.
Η θερμοκρασία του σπηλαίου είναι σταθερά στους 18°C. Η στάθμη των υδάτων μεταβάλλεται ανάλογα με τις εξωτερικές καιρικές συνθήκες, με το μέγιστο βάθος των νερών να φτάνει 15,5 μέτρα, ενώ η θερμοκρασία τους είναι 12°C. Κάτω από την είσοδο του σπηλαίου βρίσκεται ο όρμος Διρού με τις κάτασπρες κροκάλες και τα κρυστάλλινα νερά. Γνωστό και σαν Βλυχάδα, βρίσκεται στη δυτική ακτή της Λακωνικής Χερσονήσου, στον κόλπο του Διρού. Το σπήλαιο διατρέχεται από υπόγειο ποταμό που χύνεται στη θάλασσα, περίπου 23 μ. δεξιά της φυσικής εισόδου του, η οποία βρίσκεται μισό μέτρο πάνω από τη στάθμη των νερών. Είναι το πρώτο σπήλαιο της περιοχής του Διρού και έχει πάρει την πρώτη θέση ανάμεσα στα τρία ωραιότερα λιμναία σπήλαια του κόσμου. Διαθέτει έναν καταπληκτικό λιθωματικό διάκοσμο, από πολύχρωμους σταλαχτίτες και σταλαγμίτες, που σχηματίζουν επιβλητικές γκρίζες ή λευκές κολόνες. Αποτελείται από χερσαία και ενάλια τμήματα με πλήθος από στοές και θαλάμους, που το μεγαλύτερο μέρος τους καλύπτεται με θαλασσινό νερό. Είναι το μεγαλύτερο γνωστό σπήλαιο της χώρας με το επισκέψιμο τμήμα του να φτάνει τα 3.100 μέτρα, από τα οποία μόνο τα 300 είναι χερσαία. Για την τουριστική του αξιοποίηση ανοίχτηκαν δύο νέοι είσοδοι, διαφορετικοί από τη φυσική. Η ξενάγηση, που είναι κυκλική, κρατάει περίπου τρία τέταρτα και στο θαλάσσιο τμήμα γίνεται με βάρκες.
Το σπήλαιο ανακαλύφθηκε από τον Πέτρο Αραπάκη, και η συστηματική εξερεύνηση ξεκίνησε το 1949 από το ζεύγος Ιωάννη και Άννας Πετροχείλου. Στο εσωτερικό του εντοπίσθηκαν οστά προϊστορικών βοδιών, ιπποπόταμων, υαινών και άλλων ζώων καθώς και κεραμικά σκεύη της προϊστορικής εποχής. Μέχρι σήμερα έχει εξερευνηθεί έκταση άνω των 10.000 τ.μ. Λόγω της θαλάσσιας φυσικής εισόδου του, το σπήλαιο δεν χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν από ανθρώπους.
Πηγή: www.mythicalpeloponnese.gr