- Home
- Άρθρα
- Δώδεκα Θεοί
- Δίας
Ο Δίας ή Ζευς σύμφωνα με την αρχαία ελληνική θεογονία είναι ο «Πατέρας των θεών και των ανθρώπων» που κυβερνά τους Θεούς του Ολύμπου. Αυτός είναι ο θεός του ουρανού και του κεραυνού στην ελληνική μυθολογία. Είναι το νεότερο παιδί του Κρόνου και της Ρέας. Στις περισσότερες παραδόσεις είναι παντρεμένος με την Ήρα, αν και στο μαντείο της Δωδώνης, σύζυγος του αναφέρεται η Διώνη. Ήταν ο δυνατότερος και σπουδαιότερος όλων των μυθολογικών όντων και θεών.
Ο Κρόνος απέκτησε πολλά παιδιά από τη Ρέα: την Εστία, την Δήμητρα, την Ήρα, τον Άδη και τον Ποσειδώνα, αλλά τα κατάπιε όλα τη στιγμή που γεννήθηκαν, αφού είχε μάθει από τη Γαία και τον Ουρανό ότι ο γιος του θα τον ανατρέψει, όπως ο ίδιος είχε ανατρέψει τον δικό του πατέρα. Όταν ο Δίας ήταν έτοιμος να γεννηθεί, η Ρέα ζήτησε από τη Γαία να επινοήσει ένα σχέδιο για να τον σώσει, έτσι ώστε ο Κρόνος να τιμωρηθεί για τις πράξεις του ενάντια στον πατέρα του Ουρανό και τα παιδιά του. Η Ρέα γέννησε το Δία στο Δικταίο Άντρο της Κρήτης, παραδίδοντας στον Κρόνο μια πέτρα τυλιγμένη στα σπάργανα, την οποία κατάπιε.
Ο Δίας μετά την ενηλικίωση του ανάγκασε τον Κρόνο να ξεράσει πρώτα την πέτρα και στη συνέχεια τα αδέλφια του, με την αντίστροφη σειρά της κατάποσης. Μαζί με τα αδέλφια του, με τους Γίγαντες, τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες ανέτρεψε τον Κρόνο και τους άλλους Τιτάνες στον αγώνα που ονομάστηκε Τιτανομαχία.
Η λατρεία του Δία σύμφωνα με τις φιλολογικές πηγές και τα αρχαιολογικά δεδομένα φαίνεται ότι επικρατούσε στην περιοχή γύρω από την Πνύκα. Άλλωστε με τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων συνδέονται και οι λατρείες των Μουσών, των Νυμφών, του Πανός, της Ειλείθυιας και Αρτέμιδος που έχουν ιερά στην περιοχή.
Στο κέντρο του προβόλου, όπου ο κυρίως χώρος του ιερού, η λαξευτή κατασκευή με περιμετρικούς αγωγούς πιστεύεται ότι είναι ο βωμός του Θεού. Στα νότια η περιοχή αυτή ορίζεται από ραβδωτή οδό, στην οποία πιθανόν αναφέρεται η επιγραφή «HOROS».
Συνέχεια των αρχαίων λατρειών θεωρείται η λατρεία της Αγίας Μαρίνας με την ίδρυση μέσα σε αρχαία δεξαμενή του ομώνυμου μικρού ναού για τη λατρεία της ως προστάτιδας των άρρωστων παιδιών.
Τις γονιμοποιούς ιδιότητες της Ειλειθυίας και των Νυμφών διατήρησε μέχρι τα νεότερα χρόνια το έθιμο της «Κυλήθρας» (τσουλίθρας), όπου στα λειασμένα βράχια της Αγίας Μαρίνας οι άτεκνες γυναίκες γλιστρούσαν για να εξασφαλίσουν την γονιμότητα.
Η οικοδόμηση του ναού συνεχίσθηκε από τον Βασιλέα της Συρίας Αντίοχο τον Δ΄ τον Επιφανή, με τον Ρωμαίο αρχιτέκτονα Κοσσούτιο, το 175 π.Χ., στις ίδιες διαστάσεις και αναλογίες με τον αρχαϊκό αλλά από μάρμαρο, σε Κορινθιακό ρυθμό, αργότερα από τον Αύγουστο και αποπερατώθηκε τελικά από τον Φιλέλληνα αυτοκράτορα Αδριανό, ο οποίος και τον εγκαινίασε το 131-132 μ.Χ.
Στην κορυφή του όρους στη θέση που είναι σήμερα το εκκλησάκι του προφήτη Ηλία υπήρχε ο αρχαιότερος ναός της Ευρώπης (τρείς γενεές πριν από τον πόλεμο της Τροίας) αφιερωμένος στη λατρεία του Ελλανίου Διός. Μεγάλες πέτρες λαξευμένες εντοιχισμένες στο εκκλησάκι είναι πιθανά τμήματα του ναού εκείνου. Κάποτε στην Ελλάδα έπεσε μεγάλη ξηρασία, είχε να βρέξει τρία χρόνια σαν τιμωρία των θεών επειδή ο Πέλοπας σκότωσε τον βασιλιά Στύμφαλο. Απελπισμένοι οι ‘Ελληνες πήγαν να συμβουλευτούν το Μαντείο των Δελφών όπου η Πυθία τους είπε πως μόνον αν προσευχηθεί ο Αιακός θα στείλουν οι Θεοί την πολυπόθητη βροχή. Κι έτσι οι Έλληνες έστειλαν πρεσβεία στον Αιγινήτη βασιλιά για να τον παρακαλέσουν να προσευχηθεί. Κι έτσι ο Αιακός ανέβηκε στην πιο ψηλή κορυφή του νησιού και έκανε δέηση στον Δία. Οι θεοί έστειλαν την βροχή πριν ακόμα τελειώσει την προσευχή του ο Αιακός και εκείνος για να τους ευχαριστήσει έχτισε έναν ναό προς τιμήν του Διός, πατέρα όλων των Ελλήνων, τον Ελλάνιο Δία. Ο λαός πιστεύει ακόμα και σήμερα πως όταν το βουνό σκεπαστεί με σύννεφα θα βρέξει.
Στους πρόποδες του Ελλανίου Όρους υπάρχει επιγραφή που μας κάνει γνωστή τη ύπαρξη μικρού ιερού αφιερωμένου στις Κωλιάδες Νύμφες καθώς επίσης αναφέρεται ότι ίσως στην περιοχή που βρίσκονταν ο ναός του Ελλανίου Διός να υπήρχε και ναός αφιερωμένος στην Εκάτη.
Ο ναός έχει προσανατολισμό Α-Δ και είναι περίπτερος με έξι κίονες στις στενές και δεκατρείς στις μακρές πλευρές. Το ύψος των κιόνων ήταν 10,43 μ. και η κατώτερη διάμετρός τους 2,25 μ. Οι κίονες και οι τοίχοι ήταν κατασκευασμένοι από ντόπιο κογχυλιάτη λίθο και καλυμμένοι με λευκό μαρμαροκονίαμα, ενώ μόνο τα γλυπτά των αετωμάτων, η κεράμωση και οι λεοντοκεφαλές-υδρορροές ήταν από μάρμαρο. Ο ναός αποτελείται από πρόναο, σηκό και οπισθόδομο. Ο πρόναος και ο οπισθόδομος είναι δίστυλοι εν παραστάσι και στο δάπεδο του προνάου σώζεται ψηφιδωτό δάπεδο ελληνιστικών χρόνων με παράσταση τριτώνων. Μπροστά στην είσοδο του προνάου, σε μικρό τετράγωνο χώρο που είναι στρωμένος με εξαγωνικές μαρμάρινες πλάκες, γινόταν η στέψη των Ολυμπιονικών. Ο σηκός χωρίζεται σε τρία κλίτη από δύο σειρές δίτονης κιονοστοιχίας, με επτά δωρικούς κίονες η καθεμία. Στο βάθος του σηκού ήταν τοποθετημένο το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Κατασκευάσθηκε από το Φειδία γύρω στο 430 π.Χ. και είχε ύψος πάνω από 12 μ. Ο θεός παριστανόταν καθισμένος στο θρόνο του, κρατώντας στο αριστερό χέρι σκήπτρο και στο δεξί μία φτερωτή Νίκη. Τα γυμνά μέρη του σώματός του ήταν από ελεφαντόδοντο, ενώ από χρυσό ήταν το ιμάτιό του και ο θρόνος, που έφερε ανάγλυφες μυθολογικές παραστάσεις. Μετά την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων, το άγαλμα μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και καταστράφηκε από φωτιά γύρω στο 475 μ.Χ.
Στην κορυφή (ύψος 800 μ. περίπου), βρίσκεται σήμερα το παλιό μοναστήρι της Παναγίας Βουλκάνου το οποίο είναι κτισμένο από τα ίδια οικοδομικά υλικά του αρχαίου ναού του Διός.
Ανατολικότερα από την μονή Βουλκάνου σώζονται τα θεμέλια του ιερού του Διός.
Το χάλκινο πόδι αναθηματικού τρίποδα που βρέθηκε κοντά στο μοναστήρι της δείχνει ότι η λατρεία του Ιθωμάτα τελούνταν τουλάχιστο από την γεωμετρική περίοδο -900 έως -700.
Προς τιμήν του Ιθωμάτα τελούνταν αγώνες, τα Ιθωμαία, των οποίων την οργάνωση αναλάμβαναν αγωνοθέτες. Χώρος τέλεσης τους ήταν το Στάδιο.
Ο υπέρλαμπρος ήλιος που λούζει την κορυφή του φαίνεται να γέννησε και το όνομά του βουνού κατά την αρχαιότητα. «Λύκαιο» σημαίνει λαμπρό και άφθονο φώς και προέρχεται από την πανάρχαια ρίζα «λύκ» (από όπου προέρχονται οι λέξεις λυκόφως, κ.α.). Οι τοπικοί μύθοι, ήθελαν τον Δία να έχει γεννηθεί στη θέση «Κρητέα» του βουνού, και να έχει ανατραφεί από τις τρεις εντόπιες Νύμφες, την Αγνώ, την Νέδα και τη Θεισόα. Ο Παυσανίας αναφέρει:
«Στά αριστερά του ιερού της Δεσποίνης βρίσκεται το βουνό Λύκαιον. Μερικοί Αρκάδες το ονομάζουν και Όλυμπο, άλλοι Ιερή κορυφή. Και λένε ότι ο Ζεύς σ’ αυτό το βουνό ανατράφηκε. Υπάρχει κιόλας στο Λύκαιο και μία περιοχή που την λένε Κρητέα -αυτή η Κρητέα βρίσκεται αριστερά από το άλσος του λεγόμενου Παρρασίου Απόλλωνος- και οι Αρκάδες υποστηρίζουν ότι η Κρήτη, όπου κατά την Κρητική παράδοση ανατράφηκε ο Ζεύς, είναι αυτός ο τόπος και όχι το νησί.»
Σ’ αυτή την κορυφή υπήρχε ο περίφημος βωμός των θυσιών, «το χώμα γης» του Παυσανία, καθώς και το άβατο τέμενος του θεού. Αποτελούσε το μεγάλο υπαίθριο Iερό, το σπουδαιότερο και σεβαστότερο σε όλη την Αρκαδία, γι’αυτό και η κορυφή αυτή λεγόταν και Αρκαδικός Όλυμπος. Επιστεύετο μάλιστα πως εδώ η ύλη έχανε τον ίσκιο της και έφεγγε αυτόφωτα, ανατρέποντας έτσι κάθε εξήγηση των φυσικών φαινομένων. Σ’ αυτό το βωμό και το τέμενος του Λύκαιου Δία, απαγορευόταν η είσοδος των κοινών θνητών. Ο Παυσανίας περιγράφει τους αρκαδικούς μύθους, την λατρεία και ιστορικά στοιχεία και πολιτιστικά στοιχεία, όπως και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς και όπως αυτά αποκαλύφθηκαν με τις ανασκαφές.
«Το όρος Λύκαιον έχει να επιδείξει και άλλα αξιοθαύμαστα και προπάντων το ακόλουθο. Υπάρχει εκεί ένα τέμενος του Λυκαίου Διός στο οποίο δεν επιτρέπεται να μπή άνθρωπος. Αν κάποιος παραβή τον κανόνα και μπει μέσα, είναι αναπότρεπτο να μη ζήση πάνω από χρόνο. Έλεγαν ακόμα ότι όλα όσα θα τύχαινε να βρεθούν μέσα στο τέμενος, είτε ζώα είτε άνθρωποι, δεν έριχναν σκιά…»
Ο ναός ήταν ιωνικού ρυθμού, περίπτερος, με πρόναο και σηκό, και είχε διαστάσεις 19,30 x 11 μ. Από το μνημείο σώζεται μόνο η κρηπίδα και τμήμα της ευθυντηρίας, ενώ στον περιβάλλοντα χώρο βρέθηκαν διάσπαρτοι σπόνδυλοι των ιωνικών κιόνων. Σύμφωνα με τον ανασκαφέα του μνημείου, το πτερό διέθετε 6 x 11 κίονες, ενώ η διαμόρφωση του προδόμου δείχνει ότι ο ναός πρέπει να ήταν πρόστυλος με τέσσερις κίονες.
Υπάρχουν επιγραφικές μαρτυρίες ότι το Ιερό του Διός στο Δίον ήταν εξαιρετικά σημαντικός χώρος για το μακεδονικό βασίλειο, καθώς εκεί δημοσιεύονταν σε λίθινες στήλες σημαντικά κείμενα. Επίσης στο ιερό ήταν στημένα τα αγάλματα των Μακεδόνων βασιλέων.
Στην κορυφή του όρους Αταβύρου βρίσκεται ο Ναός του Αταβυρίου Διός, θεμελιωμένος ήδη από την ύστερη τρίτη χιλιετία π.Χ., σε υψόμετρο 1.215 μ. Ο αρχαιολογικός χώρος περιλαμβάνει σημαντικά αρχιτεκτονικά λείψανα, όπως τον ιερό περίβολο με το μεγάλο κτιστό ορθογώνιο βωμό, το προστώο ή ιεροθυτείο, δύο οίκους ή θησαυρούς, χρονολογημένα στους κλασικούς χρόνους (5ος αι. π. Χ.). Πλούσιοι λάκκοι με αποθέτες πρωϊμότεροι των κλασικών χρόνων έχουν εντοπισθεί διάσπαρτοι στον χώρο, οι οποίοι περιλαμβάνουν μεταλλικά, χάλκινα και μολύβδινα αναθήματα, κυρίως συμπαγή ειδώλια ποικίλων τύπων βοοειδών (βουβάλια, βίσονες, ταύροι), ερπετών (σαύρες, φίδια), εντόμων (ακρίδες) και μικρά ζώα (χελώνες, τρωκτικά), αλλά και περίτμητα ελάσματα ταύρων και βοών που χρονολογούνται στον 9ο και 8ο αι. π. Χ. καθώς και χάλκινα σκήπτρα εξουσίας ή αναθηματικά αγγεία. Εξαιρετικό ενδιαφέρον για τις απαρχές της ίδρυσης του ιερού έχουν τα προϊστορικά κινητά ευρήματα, όπως λίθινοι πελέκεις, οψιανοί και πυριτόλιθοι που ανάγονται στην Τελική Νεολιθική (ύστερη 3η π. Χ. χιλιετία) και πιθανώς συνδέονται με τη χρήση του χώρου ως ιερού κορυφής, αλλά και με το γνωστό μύθο της ίδρυσης του ιερού του Αταβυρίου Διός από τον κρητικό βασιλέα Αλθαιμένη που εξόριστος βρήκε προστασία στο όρος Ατάβυρος.
Η επιβίωση της λατρείας του Διός κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους στην κορυφή του όρους επιβεβαιώνεται από τις πάμπολλες επιγραφές, τις βάσεις αναθημάτων μαρμάρινων και χάλκινων αγαλματίων που αναθέτονταν στο ιερό, όπως των χάλκινων αγαλματίων εικονογραφικού τύπου του Διός Αταβυρίου, αλλά και μαρμάρινων μνημειωδών αναθημάτων (π. χ. εξέδρες, πολεμικές τριήρεις με ενεπίγραφα έμβολα), καθώς και της ευτελέστερης χρηστικής μελαμβαφούς και ερυθροβαφούς κεραμικής. (Οι παραπάνω πληροφορίες από το δικτυακό τόπο του εξαιρετικού αρχαιολόγου Παύλου Τριανταφυλλίδη).
Τα πρώτα στοιχεία χρήσης του χώρου του ιερού χρονολογούνται στην πρώιμη εποχή του χαλκού. Στη συνέχεια, μετά από τον αποικισμό της Χαλκιδικής από τους Έλληνες του νότου και την ίδρυση της Αφύτιος, αποικίας της Ερέτριας, η περιοχή του ιερού συμπεριλήφθηκε στη χώρα της αρχαίας πόλης. Η ομορφιά της φύσης, οι πηγές νερού, η βλάστηση και το σπήλαιο που υπήρχαν, ώθησαν τους Αφύτιους να ιδρύσουν ιερό του Διονύσου – πιθανότατα και των Νυμφών – στα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ., το οποίο αναφέρεται από τον Ξενοφώντα (Ξεν. Ελληνικά 5,3, 13 κ.ε.).
Τμήματα μόνον των κτισμάτων του ιερού του Άμμωνος Διός που χρονολογούνται στο α’ μισό του 4ου αιώνα έχουν διασωθεί. Στο δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα, μετά δηλαδή από την προσάρτηση της Χαλκιδικής στο βασίλειο των Μακεδόνων, χτίστηκε λαμπρός δωρικός ναός του θεού και στα ανατολικά του δύο παράλληλες σειρές με βάθρα που υποβάσταζαν γλυπτά.
Η ύπαρξη επιγραφής που χρονολογείται στον 3ο αιώνα ή στο α’ μισό του 2ου αιώνα π.Χ. προς τιμή του Ασκληπιού σε αναθηματικό βωμίσκο, που βρέθηκε στο χώρο και φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη της Μονής Παντελεήμονος στο Άγιο Όρος, υποδηλώνει τη λατρεία του θεού στο ιερό αυτή την εποχή.
Το 2ο αι. μ.Χ. το ιερό γνωρίζει ακμή. Έξω από το ναό του Άμμωνος Διός κτίζονται κερκίδες και βόρεια του ναού κτίζεται το βαλανείο (μικρό λουτρό), το οποίο συνδέεται με τη λατρεία του Ασκληπιού και την ίαση.
Το ιερό εγκαταλείπεται και καταστρέφεται στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. Το λουτρό συνεχίζει να χρησιμοποιείται ως τα μέσα ή τέλη του ίδιου αιώνα και αυτή την εποχή, ή λίγο αργότερα, τον 5ο αιώνα μ.Χ., χτίζεται νερόμυλος κοντά στο σπήλαιο.
Δύο επιγραφές σε ριζιμιούς βράχους, χαραγμένες από τον ίδιο τεχνίτη τον 4ο π.Χ.αιώνα, με τα ίδια λόγια και γράμματα «ΟΡΟΣ ΔΙΟΣ ΜΗΛΩΣΙΟΥ» ορίζουν, προστατεύουν και προβάλλουν το ιερό.
Οι κάτοικοι της περιοχής που λάτρευαν το θεό, ντυμένοι με «μηλωτές» που σημαίνει προβιές προβάτων, ανέβαιναν στην κορυφή του Ζα το καλοκαίρι την εποχή της μεγάλης ξηρασίας, για να παρακαλέσουν το θεό να στείλει τους δροσερούς ανέμους του και να γλιτώσει τον κόσμο από την απελπισία της ζέστης.
Αναπτύσσει δυο κυρίως θαλάμους, με την κεντρική αίθουσα διαστάσεων 40Χ50μ., η πρόσβαση στους οποίους γίνεται κατόπιν έντονης κατωφερικής κλίσης, ενώ κατά περιοχές παρατηρείται περιορισμένης έκτασης λιθωματικός διάκοσμος. Η συνολική έκταση του σπηλαίου υπολογίζεται στα 800μ2 και διαιρείται σε τέσσερις χώρους.
Σύμφωνα με το μύθο και την αρχαία γραμματεία, το Ιδαίον Άντρον αναγνωρίζεται ως ο χώρος γέννησης του Δία. Τη γέννηση του Δία διεκδικεί και το σπήλαιο Ψυχρού (γνωστό και ως Δικταίον Άντρον) στην Ανατολική Κρήτη δεδομένου ότι ο Ησίοδος στη Θεογονία του δεν διευκρινίζει με ακρίβεια την τοποθεσία της γέννησης του Δία στην Κρήτη.
Αρχαιολογικά αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα λατρευτικά σπήλαια στην Κρήτη με χρονολογικό φάσμα χρήσης από το 4.000 π.Χ. έως τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Αποκαλύφθηκαν πλούσιες αρχαιολογικές επιχώσεις της Μινωικής περιόδου (2ης χιλιετίας π.Χ.), αλλά και των γεωμετρικών-αρχαϊκών (8ος -6ος αι. π.Χ.) χρόνων.