Ο Ερμής γεννήθηκε σε μια σπηλιά στο όρος Κυλλήνη της Κορινθίας (σημερινή Ζήρεια), από τον Δία και την πανέμορφη πλειάδα Νύμφη Μαία, την κόρη του Άτλαντα. Αμέσως μετά τη γέννησή του επινόησε και κατασκεύασε την πρώτη λύρα και έδειξε, από τη βρεφική του ακόμη ηλικία, την επιδεξιότητά του να μπορεί να κλέβει ακόμη και τα βόδια του Απόλλωνα.
Ο Ερμής έγινε ο πλέον πολυτάλαντος και πολυάσχολος από τους θεούς: αγγελιαφόρος τους, προστάτης του εμπορίου («αγοραίος» ή «κερδώος») και προστάτης, όχι μόνον του νόμιμου εμπορεύματος, αλλά και του τυχαίου, το λεγόμενο «έρμαιον» (δώρο του Ερμή) ή και του προϊόντος κλοπής («ληιστήρ»), προστάτης των θυσιαστικών τελετών, των οδοιπόρων, των σταυροδρομιών («τρικέφαλος» ή «τετρακέφαλος») και των συνόρων, προστάτης των θυρών των σπιτιών («πύλαιος») και των πυλών των ναών («προπύλαιος»), των αθλητών και των αγώνων («αγώνιος»), αλλά και θεός των γραμμάτων και της ρητορικής («λόγιος»), μιας και αυτά διδάσκονταν στα γυμναστήρια. Ήταν δε ο ψυχοπομπός των ανθρώπων, όταν ερχόταν η στιγμή να περάσουν στην άλλη όχθη.
Σε όλη την αρχαιότητα ο Ερμής θεωρούνταν ο πιο έξυπνος και ο πιο φιλάνθρωπος θεός και ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και διασκεδαστικός: η έκφραση όλων των προτερημάτων και όλων των ελαττωμάτων του αρχαίου Έλληνα. Με τον Ερμή, εκφράζονται, με ένα αρχετυπικό τρόπο η ταχύτητα, η ευλυγισία, η μεταβλητότητα, αλλά και οι απατηλοί δρόμοι που κάποιες φορές ακολουθεί ο νους. Σημαντική θέση για τις δοξασίες των αρχαίων, είχαν τα χθόνια γνωρίσματά του, ως ψυχοπομπού ή ψυχαγωγού. Ο Ερμής μεταφέρει τις ψυχές των νεκρών και συγχρόνως παρευρίσκεται στο δικαστήριο του Άδη, εκτελώντας χρέη θεού του κάτω κόσμου, άρα «χθόνιου» θεού. Ήταν ο μοναδικός θεός που μπαινόβγαινε στον Άδη.
Ο Ερμής παριστάνεται συνήθως και με φτερωτά πέδιλα και με το πλατύγυρο καπέλο του, τον πέτασο, σύμβολα της αέρινης ταχύτητας και κρατώντας τη μαγική χρυσή ράβδο του, το κηρύκειον, σύμβολο της ποιμενικής του φύσης και της αφθονίας. Ο Βρετανός ακαδημαϊκός Ρ. Φ. Γουΐλετς γράφει: «…ο Ερμής είναι ο πλέον συμπαθής, ασταθής, συγκεχυμένος, πολυσύνθετος και επομένως ο πιο Έλληνας από όλους τους ολύμπιους θεούς».
Η θεϊκή του υπόσταση ξεκινά από τους παρόδιους λιθοσωρούς-σήματα δρόμων ή τάφων. Οι αρχαίοι αγρότες, όταν έβρισκαν στο δρόμο τους ένα σωρό από πέτρες, έριχναν άλλη μια πέτρα επάνω του, θεωρώντας πως κάποια θεϊκή δύναμη κατοικούσε μέσα σ’ αυτές. Τις ονόμαζαν «έρμα» και την πέτρα, στην κορυφή του σωρού, την ονόμαζαν «Ερμή». Συν τω χρόνω, αυτοί οι λιθοσωροί μεταμορφώθηκαν σε ερμαϊκές στήλες, που λειτουργούσαν σαν οδοδείκτες, σύνορα οικοπέδων και ιδιοκτησιών αλλά και σύνορα χωρών. Ο φαλλός, επάνω τους, αποτελεί το αρχετυπικό στοιχείο της γονιμικής ιδιότητας της θεότητας.
Δεν υπάρχουν πολλοί ναοί ή ιερά αφιερωμένα στον Ερμή, μιας και αυτός βρισκόταν παντού, σε κάθε σχεδόν ανθρώπινη εκδήλωση. Οι εκατοντάδες ερμαϊκές στήλες που έχουν βρεθεί στις ανασκαφές το δηλώνουν αυτό.