Το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης ιδρύθηκε το 1953 και στεγάζεται σε νεοκλασικό οίκημα ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής αξίας. Αφηγείται δεκαεπτά αιώνες τοπικής ιστορίας και πολιτισμού, από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες ως τη σύγχρονη εποχή. Η Βυζαντινή τέχνη και ο πολιτισμός, η περίοδος της Βενετσιάνικης και της Οθωμανικής κυριαρχίας, η εποχή των επαναστάσεων στην πορεία προς την ένωση με την Ελλάδα, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Μάχη της Κρήτης και η αντίσταση, αλλά και ο λαϊκός πολιτισμός της κρητικής υπαίθρου, προβάλλονται μέσω επιλεγμένων εκθεμάτων σε συνδυασμό με πλούσιο εποπτικό υλικό και πολυμέσα. Κορυφαία εκθέματα αποτελούν οι πίνακες του El Greco, “Η Βάπτιση του Χριστού” (1567) και “Άποψη του Όρους και της Μονής Σινά” (1570), τα μοναδικά έργα του που υπάρχουν στην Κρήτη. Σε ιδιαίτερη ενότητα, η Συλλογή Νίκου Καζαντζάκη περιλαμβάνει προσωπικά αντικείμενα και χειρόγραφα του κρητικού συγγραφέα. Ξεχωριστό έκθεμα στην αρχή της επίσκεψης αποτελεί το μεγάλο ομοίωμα της πόλης του Χάνδακα (Ηράκλειο) των μέσων του 17ου αιώνα. Το Μουσείο διαθέτει ακουστική ξενάγηση, Καφέ και Πωλητήριο.
Προσβάσιμο από Α.Μ.Ε.Α: ΝΑΙ
Περιοχή: Σοφοκλή Βενιζέλου 27 και Λυσιμάχου Καλοκαιρινού 7,τ.κ.71202,Ηράκλειο
Fax: 2810 283754
Email: info@historical-museum.gr
Website: www.historical-museum.gr
Τηλέφωνο: +302810 288708, +302810 283219
Πηγή: www.incrediblecrete.gr
Στο βορειότερο άκρο της ανατολικής ακτής της Κρήτης υπάρχει ένας μινωικός οικισμός, που ήκμασε κατά την διάρκεια της Υστερομινωικής περιόδου (1550-1220 π.Χ.), αποκαλύφθηκαν όμως και λείψανα της Πρωτομινωικής και Μεσομινωικής εποχής (3000-1550 π.Χ.), κυρίως νεκροταφεία, που περιλαμβάνουν καλά δομημένα “οστεοφυλάκια” αλλά και ερείπια αρκετά μεγάλων κατοικιών.
Η κατοίκηση σταμάτησε την ίδια εποχή που ερημώθηκε η Ζάκρος (1450 π.Χ.). Μια ανακατάληψη σημειώθηκε κατά την Υστερομινωική ΙΙΙ περίοδο (1300-1200 π.Χ.). Η πόλη καταλάμβανε έκταση μεγαλύτερη από 50.000 τ.μ., ήταν ατείχιστη και πυκνοκατοικημένη. Στα ΒΑ μιας από τις συνοικίες βρέθηκε το ιερό του Δικταίου Διός που ανήκε διοικητικά στην πόλη ΄Ιτανο. Η λατρεία σε αυτό ήταν συνεχής από τους Γεωμετρικούς χρόνους (8ος π.Χ. αιώνας) έως τη Ρωμαϊκή κατάκτηση. Φαίνεται πως το ιερό λεηλατήθηκε και καταστράφηκε από φανατικούς Χριστιανούς στα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα.
Η διάρθρωση της μινωικής πόλης του Παλαικάστρου έχει ως εξής: Τον οικισμό διασχίζει κεντρικός δρόμος, ενώ κάθετοι προς αυτόν μεγαλύτεροι και μικρότεροι πλακόστρωτοι και συχνά βαθμιδωτοί δρόμοι διαιρούν την πόλη σε εννέα συνοικίες. Το εξαίρετο αποχετευτικό σύστημα διακλαδίζεται προς όλες τις συνοικίες. ΄Οσα από τα σπίτια βρίσκονται κατά μήκος του κεντρικού δρόμου έχουν επιβλητικές προσόψεις.
Συνοικία Β: Περιλαμβάνει πέντε κατοικίες με μεγαλολιθικούς εξωτερικούς τοίχους, ενώ οι εσωτερικοί ήταν κτισμένοι με πλίνθους. Τα κατώφλια, οι πλακοστρώσεις των δαπέδων και οι βάσεις των κιόνων ήταν κατασκευασμένα από ειδικό ασβεστόλιθο, φερμένο από το Κάβο Σίδερο. Το σπουδαιότερο από αυτά τα σπίτια (δωμ.1-22) είχε είσοδο από τον κεντρικό δρόμο, ενώ από τον ίδιο χώρο ξεκινούσε κλίμακα που οδηγούσε σε δεύτερο όροφο. Πίσω από τον χώρο αυτό υπήρχε υπαίθρια αυλή με ξύλινους κίονες, των οποίων σώζονται οι λίθινες βάσεις. Οι κίονες εναλλάσονταν με τετράγωνες παραστάδες. Προθάλαμοι οδηγούν στο “μέγαρο”, το κύριο δωμάτιο της οικίας, στο κέντρο του οποίου υπήρχε τετράγωνος χώρος που σε κάθε του γωνία σώζεται η βάση κίονα. Πρόκειται για φωταγωγό. Υπάρχουν ακόμα μαγειρεία, δεξαμενή καθαρμού, πηγάδι, οικιακό ιερό, αποθήκη λαδιού, λουτρό και χώρος υποδοχής που μεταγενέστερα χωρίσθηκε και μετατράπηκε σε αποθήκες. Ενδιαφέρον στην ίδια συνοικία είναι και ένα ελαιοτριβείο, όπως δεικνύει ένας διαχωριστήρας λαδιού και πίθοι για την αποθήκευσή του.
Συνοικία Δ: Είναι η μεγαλύτερη (1800 τ.μ.) και περιλαμβάνει πολλά σπίτια, το σπουδαιότερο από τα οποία (δωμ. 18-40) εμπεριέχει στο “μέγαρο” φωταγωγό, ανάλογο με εκείνον του σπιτιού της συνοικίας Β. Σε αντίστοιχη κατασκευή, στην ίδια συνοικία, υπάρχει και οχετός που αποχετεύει τα νερά της βροχής από αυτή την υπαίθρια εσωτερική αυλή στο δρόμο.
Συνοικία Γ: Το μεγαλύτερο σπίτι της συνοικίας έχει πολυτελή πρόσοψη με μεγάλες πελεκητές πέτρες αλλά και δεύτερη είσοδο, μέγαρο με φωταγωγό, λουτρό, εργαστήριο. Πολλά από τα αγγεία που βρέθηκαν έχουν διακόσμηση με αιγυπτιακή επίδραση. Τα σπίτια στη συνοικία αυτή, όπως και σε άλλες, φαίνεται ότι καταστράφηκαν από φωτιά.
Συνοικία Ε: Αποτελείται από τέσσερις τουλάχιστον κατοικίες, ορισμένες από τις οποίες κτίσθηκαν πάνω σε παλαιότερα θεμέλια, ένα μάλιστα από τα σπίτια κατοικήθηκε και κατά τους ιστορικούς χρόνους. Στην ίδια συνοικία αποκαλύφθηκε σταφυλοπιεστήριο. Στα ΒΑ της συνοικίας Χ και μέσα στα θεμέλια των σπιτιών αποκαλύφθηκε το ιερό του Δικταίου Διός. Μια επιγραφή σπασμένη σε πολλά κομμάτια, με ύμνο στο Δία Δικταίο, βρέθηκε στη γύρω περιοχή. Ελάχιστα τμήματα του ναού σώζονται: ο περίβολος και μέσα σε αυτόν ο βωμός. Εκεί βρέθηκαν ακροκέραμα σε σχήμα κεφαλής λέοντος. Τα ευρήματα από το Παλαίκαστρο εκτίθενται στο Μουσείο Σητείας.
Στην περιοχή Ρουσόλακκος, όπου βρίσκεται η μινωική πόλη, έγιναν συστηματικές ανασκαφικές έρευνες από τον Άγγλο αρχαιολόγο R. C. Bosanquet και συνεχίσθηκαν το 1906 από τον R.M. Dawkins, μέλη και οι δύο της Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο καταστράφηκαν ορισμένες από τις συνοικίες που είχαν ανασκαφεί, ενώ πολλές καταστροφές προξένησε μηχανικός εκσκαφέας αργότερα. Στη χρονική περίοδο 1965-66 έγινε ανασκαφική έρευνα σε συνοικία της πόλης και στον γειτονικό λόφο Καστρί. Το 1986 άρχισαν ξανά ανασκαφικές εργασίες από την Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή, στο χώρο των παλαιών ανασκαφών και συνεχίζονται ως σήμερα.
Προσβάσιμο από Α.Μ.Ε.Α: ΌΧΙ
Περιοχή: Παλαίκαστρο, Τ.Κ. 72300
Fax: +3028410 22462
Τηλέφωνο: +3028410 22462, +30 28410 24943, +30 28410 22382
Πηγή: www.incrediblecrete.gr
Το Μουσείο εγκαινιάστηκε την 27 Μαίου 1973, ημερομηνία που συνέπεσε με την 32η επέτειο της μάχης της Κρήτης. Περιλαμβάνει μακέτες πλοίων, διάφορα ναυτικά όργανα και συσκευές, όπως διαστημόμετρα, βαρόμετρα, ανεμόμετρα, αβάκια πορειών, ταχυτήτων, δίσκους βολής τορπιλλών, επιλέμβιες μαγνητικές πυξίδες, μετεωρολογικά όργανα, εξάντες, ουρανόσφαιρα, όργανα πηδαλιουχίας αντιτορπιλλικού κ.ά.
Επίσης πίνακες ζωγραφικής, προσωπογραφίες, αυθεντικές ιστορικές φωτογραφίες, όπως η φωτογραφία με την ύψωση της Σημαίας της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα, στο φρούριο “Φιρκά” Χανίων, την 1η Δεκεμβρίου 1913 κ.ά. Εκτίθενται ακόμα κειμήλια, όπως στολές και άλλα ενθυμήματα, ηρωϊκά πεσόντων ανδρών του Πολεμικού μας Ναυτικού, όπλα των αποβατικών επιχειρήσεων του 1912-13, πελέκεις των αγημάτων πυρκαϊάς, κρούσεως κ.λ.π.
Όλα τα εκθέματα από τη ναυτική μας παράδοση, είναι ταξινομημένα κατά ιστορικές περιόδους, δηλαδή εποχή χαλκού – Κλασική και Ελληνιστική (2.800 π.Χ.-6ος μ.Χ. αιώνας), Ενετική περίοδος (1200 μ.Χ. μέχρι τον 17ο αι.), Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή (650 μ.Χ. μέχρι τον 18ο αιώνα), Τουρκοκρατία, Αγώνας Ανεξαρτησίας (1650-1909), Βαλκανικοί πόλεμοι (1912-1913), Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος (1940 – 1944), Μεταπολεμική Περίοδος (1944 και μετά).
Tο Ναυτικό Μουσείο Κρήτης έχει και έναν άλλο χώρο στην άλλη άκρη του παλαιού Ενετικού λιμανιού στο Νεώριο Moro όπου στεγάζεται η Μόνιμη Έκθεση Αρχαίας και Παραδοσιακής Ναυπηγικής και περιλαμβάνει το Μινωικό πλοίο ¨Μινώα¨ το οποίο είναι ανακατασκευή μιας ρεαλιστικής και τεκμηριωμένης εκδοχής κωπήλατου προϊστορικού πλοίου του 15ου αιώνα π.Χ. που άνηκε στην τυπολογία της νησιωτικής ναυπηγικής σχολής. Επίσης ο επισκέπτης θα μπορέσει να να δει πλούσιο φωτογραφικό υλικό από τα στάδια ανακατασκευής του, τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν καθως και εργαλεία . Επιπλέον στην έκθεση αυτή υπάρχει Φαρικό υλικό, δωρησμένο από την υπηρεσία Φάρων, έκθεση με γραμματόσημα Φάρων αλλά και μακέτες παραδοσιακών σκαφών κ.α.
Προσβάσιμο από Α.Μ.Ε.Α: ΝΑΙ
Περιοχή: Ακτή Κουντουριώτη
Website: www.mar-mus-crete.gr
Τηλέφωνο: 28210 91875, 28210 74484
Email: mar-mus@otenet.gr
Πηγή: www.incrediblecrete.gr
Μια από τις σημαντικότερες πόλεις-κράτη των Δωριέων στην Κρήτη, αν και προϋπήρχε μάλλον της «καθόδου των Δωριέων» ήταν η Λατώ. Η Λατώ είναι κτισμένη πάνω στο διάσελο δυο λόφων σε φυσικά οχυρή και στρατηγική θέση που ελέγχει το πέρασμα από την κεντρική στην ανατολική Κρήτη και της παρείχε προστασία από τυχόν επιδρομές αλλά και εποπτεία μιας μεγάλης περιοχής του κόλπου Μεραμβέλλου.
Σε πινακίδες της γραμμικής Β΄ γραφής αναφέρεται ίσως ως RA – TO. Πήρε το όνομά της από τη Λητώ (δωρικός τύπος το Λατώ), την μητέρα του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος, αν και κυριότερη θεά της πόλης ήταν η Ειλείθυια, η οποία εικονιζόταν και στα νομίσματα. Από τη Λατώ καταγόταν ο ναύαρχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Νέαρχος.
Από τη βόρεια ακρόπολη της Λατούς στον ψηλότερο λόφο, που έχει υψόμετρο 395 μ. μπορούσε να δει κανείς όλη την περιοχή της επικράτειας των Λατίων, στην οποία περιλαμβάνονταν οι σημερινές περιοχές του Αγίου Νικολάου, της Κριτσάς και του Κρούστα με το οροπέδιο Καθαρού, του Καλού Χωριού και της Πρίνας. Συνόρευε στα βόρεια με την επικράτεια των Ολουντίων, στα βορειοδυτικά με την επικράτεια των Δρηρίων, στα δυτικά με την επικράτεια των Λατίων, στα νότια με τις αρχαίες πόλεις Μάλλα (σήμ. Μάλλες), Ώλερο (σήμ. Μεσελέροι) και Ιεράπυτνα (σήμ. Ιεράπετρα) και τέλος στα ανατολικά με την πόλη Ιστρώνα (σήμ. Καλό Χωριό). Γύρω από το άστυ υπήρχαν νεκροταφεία, μικρά φρούρια για τον έλεγχο της επικράτειας, ιερά, μικρές κώμες και εγκαταστάσεις εξαρτημένων καλλιεργητών ή βοσκών. Επίνειό της θεωρείται η πόλη Καμάρα (σήμερα Άγιος Νικόλαος) που ονομάστηκε έτσι προφανώς εξαιτίας κάποιου αψιδωτού ή θολωτού κτηρίου.
Παρόλο που τα ορατά οικοδομικά λείψανα στο αστικό κέντρο των Λατίων ανήκουν στον 4ο και 3ο αι. π.Χ., περίοδος ακμής της πόλης, η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως και παλαιότερα ευρήματα. Ήδη από τον 7ο αι. π.Χ. υπήρχε οργανωμένος οικισμός, ο οποίος πιστοποιείται τόσο από τα κινητά ευρήματα όσο και από το γεγονός ότι η αγορά και τα δημόσια κτήρια που αποκαλύφθηκαν θεωρήθηκαν ως τυπικό δείγμα αρχαϊκής αγοράς. Επιπλέον η έρευνα απέδειξε ότι στην ευρύτερη περιοχή υπήρχε κατοίκηση ήδη από τη μινωική περίοδο. Στο κοντινό χωριό Κριτσά αποκαλύφθηκαν θαλαμοειδείς τάφοι Υστερομινωικής ΙΙΙ περιόδου (14ος – 13ος αι. π.Χ.). Σε μικρή απόσταση από το χώρο ερευνήθηκαν δυο θολωτοί τάφοι, οι οποίοι θεωρούνται υστερομινωικοί έως πρωτογεωμετρικοί. Στο ύψωμα Θύλακας ερευνήθηκε ιερό που ανήκει κυρίως στη γεωμετρική και την αρχαϊκή περίοδο και θεωρήθηκε «απόγονος» μινωικού ιερού κορυφής.
Δεν υπάρχουν σημαντικές πληροφορίες για την ιστορική διαδρομή της πόλης, όπως γενικά όλων των πόλεων της Κρήτης των ιστορικών χρόνων. Η σημαντικότερη γνωστή προσωπικότητα που κατάγεται από τη Λατώ είναι ο Νέαρχος (περίπου 360 – 312 π.Χ.) ναύαρχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σε ψηφίσματα που εκδόθηκαν το 204 π.Χ. με παρέμβαση του βασιλιά της Μακεδονίας, Φιλίππου Ε΄, για αναγνώριση ασυλίας στο ιερό του Διονύσου και προστασία των πολιτών της μικρασιατικής πόλης Τέω από κρητικές πειρατικές επιδρομές, αναφέρονται δύο πόλεις «Λατίων» και «Λατίων των προς Καμάρα». Αυτό οδήγησε στην άποψη ότι υπήρχαν δύο πόλεις ανεξάρτητες με ισχυρούς δεσμούς. Σήμερα είναι περισσότερο αποδεκτή η άποψη ότι πρόκειται για μια πόλη, τη Λατώ, με επίνειο την Καμάρα που λανθασμένα επικράτησε να ονομάζεται Λατώ προς Καμάρα. Μάλιστα, στα τέλη του 3ου/αρχές 2ου αι. π.Χ. πιθανόν λόγω ανάπτυξης της ναυτιλίας και του εμπορίου, αρχίζει να αποκτά μεγαλύτερη δύναμη και σημασία από τη μεσόγεια πόλη, που σιγά σιγά εγκαταλείπεται από τους κατοίκους της που μεταφέρονται στο επίνειο, φαινόμενο γνωστό και στη νεότερη εποχή.
Μέσα από επιγραφικές μαρτυρίες διαπιστώνεται η ύπαρξη ροδιακής στρατιωτικής δύναμης στην πόλη μετά από σύγκρουση Κρητών και Ροδίων στα τέλη του 3ου αι. π.Χ. και τον καθορισμό συνόρων με τις όμορες πόλεις Ιεράπυτνα και Λύττο στην ίδια περίοδο. Συνυπογράφει επίσης με άλλες κρητικές πόλεις συνθήκη με το βασιλιά Ευμένη Β΄ της Περγάμου. Στις αρχές του 2ου αι. καταλαμβάνει τη γειτονική Ιστρώνα (σημερινό Καλό Χωριό) και στο β΄ μισό του ίδιου αιώνα συγκρούεται με την Ολούντα και την Ιεράπυτνα, σταθεροποιώντας τα σύνορά της. Οι συνθήκες που καθόρισαν τόσο τα δυτικά όσο και τα ανατολικά όρια της πόλης διασώζουν ενδιαφέροντα κατάλογο τοπωνυμίων. Αποτέλεσε μια από τις τελευταίες κατακτήσεις του Ρωμαίου στρατηγού Μέτελλου και η παρουσία των Ρωμαίων δε φαίνεται να ήταν έντονη στην πόλη. Η ζωή συνεχίστηκε και στη ρωμαϊκή αυτοκρατορική περίοδο, η Καμάρα όμως δεν απέκτησε τη σημασία άλλων πόλεων, όπως η Ιεράπυτνα, η Λύττος και η Ολούς.
O ΄Αγγλος ναύαρχος Th. Spratt στο έργο του «Travels in Crete» του 1865 ανέφερε ότι εντόπισε τα ερείπια της αρχαίας πόλης στο λόφο του Γουλά, ταύτισε όμως λανθασμένα τα ερείπια με την Ολούντα ή την ΄Ολερο. Το χώρο επισκέφθηκαν οι αρχαιολόγοι F. Halbherr, L. Mariani και A. Taramelli που αναγνώρισαν στα ερείπια την αρχαία Λατώ. Το 1894-6 ο Α. Evans έκανε μικρής κλίμακας έρευνες στην περιοχή. Η συστηματική έρευνα αρχίζει το 1899-1901 από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή με τον J. Demargne και επαναλαμβάνεται το 1968 ως τη δεκαετία του 1970 από τους P. Ducrey, O. Picard και Β. Χατζημιχάλη.
Προσβάσιμο από Α.Μ.Ε.Α: ΝΑΙ
Περιοχή: Κριτσά, Μιραμπέλλο, Τ.Κ. 72051
Fax: 28410 22462
Email: kdepka@culture.gr
Τηλέφωνο: +3028410 22462, +3028410 24943, +3028410 22382
Πηγή: www.incrediblecrete.gr
Το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης ιδρύθηκε το 1973 με στόχο τη συγκέντρωση και την έρευνα του λαογραφικού υλικού του Ρεθύμνου. Από το 1995 στεγάζεται σε βενετσιάνικη, διατηρητέα αστική κατοικία του 17ου αιώνα. Το βενετσιάνικο κτίριο του Ιδρύματος, ιστορικό διατηρητέο μνημείο του 17ου αι., προσφέρει τον ιδεώδη χώρο για την παρουσίαση των συλλογών του ενώ παράλληλα η λειτουργία του Μουσείου συμβάλλει στην προστασία του μνημείου.
Οι εκθεσιακοί χώροι του Μουσείου (μόνιμη έκθεση) εκτείνονται σε πέντε (5) αίθουσες και περιλαμβάνουν κυρίως αντικείμενα της παραδοσιακής χειροτεχνίας και λαϊκής τέχνης. Στόχος του Ιστορικού – Λαογραφικού Μουσείου Ρεθύμνης είναι να εξελιχθεί σε ένα σύγχρονο ερευνητικό και εκπαιδευτικό κέντρο για τη διάσωση του Λαϊκού πολιτισμού της Κρήτης ενώ με διεθνή συνεργασία θα αναζητήσει και θα προβάλει τις κοινές αξίες των λαών που αποτελούν πανανθρώπινη κληρονομιά.
Στην αίθουσα Ι τα υφαντά που εκτίθενται χρονολογούνται από τον 19ο και 20ο αι. Είναι υφασμένα με λινάρι, βαμβάκι, μαλλί και μετάξι, ανήκουν σε διάφορες περιοχές της Κρήτης και παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία στην τεχνική και τα χρώματα. Στις προθήκες διακρίνονται κιλίμια, πατανίες, χιράμια, βούργιες, πετσέτες, τραπεζομάντηλα και κρεββατόγυροι.
Στην αίθουσα ΙΙ εκτίθενται αντικείμενα κεντητικής και κλώστινων συνθέσεων – δαντέλες. Δύο κεντημένοι ποδόγυροι του 17ου και 18ου αι. είναι χαρακτηριστικοί της υψηλής κεντητικής τέχνης στην Κρήτη αυτή την εποχή, βυζαντινής παράδοσης. Στην νεώτερη κεντητική του 20ου αι. παρουσιάζεται το έργο της Ρεθεμνιώτισσας Χρυσής Αγγελιδάκη και η προσπάθειά της να περάσει το ρεθεμνιώτικο υφαντό στο κέντημα και ιδιαίτερα τα σχέδια που γνώριζε από κιλίμια. Οι δαντέλες έχουν μακραίωνη παράδοση στην Κρήτη. Οι τρόποι και οι τεχνικές για τη διαπλοκή και την πλέξη της κλωστής, διαφυλάχτηκαν έως τις μέρες μας και παρουσιάζονται κατά τεχνικές. Ακόμη στην αίθουσα ΙΙ εκτίθενται δείγματα της ασπρορουχικής που συνόδευε την αστική προίκα στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αι.
Στην αίθουσα ΙΙΙ εκτίθενται αντικείμενα καλαθοπλεκτικής και κεραμικής καθώς και οι τρόποι και τα εργαλεία κατασκευής τους. Η τέχνη της καλαθοπλεκτικής είναι από τους παλαιότερους κλάδους της χειροτεχνίας. Η πλούσια φύση της Κρήτης έδωσε ποικίλα υλικά, όπως καλέμι, αγρελιά, ιτιά, το στέλεχος από το στάρι (ράπα) κ.ά. για να δημιουργήσουν οι τεχνίτες με λιγοστά εργαλεία διάφορα μεγέθη και σχήματα καλαθιών προσαρμοσμένα στις καθημερινές ανάγκες των κατοίκων του νησιού. Η τεχνική ποικίλλει στα διάφορα είδη καλαθιών και σε περιοχές της Κρήτης. Στο Νομό Ρεθύμνης γνωστά κέντρα αγγειοπλαστικής υπήρξαν η Καρωτή και οι Μαργαρίτες. Αναπαραστάσεις του παραδοσιακού ποδοκίνητου “τροχού”, όπου ο αγγειοπλάστης κατασκευάζει μικρά αγγεία, πιθάρια και άλλα μεγάλα αγγεία, πληροφορούν τον επισκέπτη για την τέχνη αυτή που κράτησε μια σταθερή πορεία από την Μινωϊκή Εποχή μέχρι σήμερα. Εκτίθενται μικρά και μεγάλα αγγεία, χωρισμένα σε ενότητες. Αγγεία για το νερό, για το κρασί και τη ρακή, ειδικά αγγεία για την τροφή, για το λάδι, για την κτηνοτροφία και διάφορες άλλες χρήσεις. Ιδιαίτερη ενότητα αποτελούν τα κεραμικά είδη που χρησιμοποιούσαν στη μελισσοκομία.
Η αίθουσα ΙV είναι αφιερωμένη στις παραδοσιακές καλλιέργειες και το Ρεθεμνιώτικο παραδοσιακό “Ψωμί”. Εκεί είναι συγκεντρωμένα τα παραδοσιακά εργαλεία της καλλιέργειας και της συγκομιδής των δημητριακών καρπών, τα εργαλεία για το άλεσμα του καρπού και για το ζύμωμα και το φούρνισμα του ψωμιού.
Τέλος, στην αίθουσα V παρουσιάζονται τα παραδοσιακά επαγγέλματα του χαλκουργού, του σαμαροποιού, του πεταλωτή και του μαχαιροποιού.
Το Μουσείο διαθέτει ακόμη αίθουσα για εκπαιδευτικά προγράμματα, διαλέξεις, πολιτιστικές εκδηλώσεις, εξοπλισμένη με σύγχρονα οπτικοακουστικά μέσα. Εκεί λειτουργεί σήμερα έκθεση αστικής λαογραφίας με θέμα “Το Ρέθυμνο από το 1898 έως το 1913. Από την Κρητική Πολιτεία στην Ένωση”, στην οποία παρουσιάζεται η πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή της πόλης την περίοδο αυτή. Στις δραστηριότητες του Μουσείου περιλαμβάνονται εκπαιδευτικά μαθήματα για σχολικές ομάδες, εκθέσεις, διαλέξεις και εκδόσεις.
Περιοχή: M.Bερνάρδου 28-30,τ.κ.74100 ,Ρέθυμνο
Τηλέφωνο: 28310 23398
Fax: 28310 23667
Πηγή: www.incrediblecrete.gr
Η Μονή Πρέβελη, που βρίσκεται σε απόσταση 37 χιλ. από το Ρέθυμνο περιλαμβάνει δύο μοναστήρια που απέχουν μεταξύ τους 3 χλμ: την «Κάτω Μονή» που είναι εγκαταλειμμένη και το «Πίσω Μοναστήρι» που λειτουργεί και είναι επισκέψιμο.
Πολλά από τα διασωθέντα ιερά κειμήλια και εικόνες εκτίθενται στο καλαίσθητο μουσείο που βρίσκεται μέσα στη μονή. Σώζεται ένας σημαντικός αριθμός από φορητές εικόνες (περίπου 100) που προέρχονται από τις κατά καιρούς διακοσμήσεις του Καθολικού, τα διάφορα εξωκκλήσια και το Καθολικό του Προδρόμου.
Στις συλλογές της Μονής Πρέβελη περιλαμβάνονται:
- Συλλογή εικόνων.
- Συλλογή αμφίων.
- Συλλογή εκκλησιαστικών σκευών.
- Συλλογή κειμηλίων.
Τα σημαντικότερα εκθέματα του Μουσείου της Μονής είναι:
- Σιγίλιο σε μεμβράνη, με θέμα την ανακήρυξη της Μονής σε σταυροπηγιακή, 1798.
- Σταυρός ευλογίας από επίχρυσο ασήμι, πολύχρωμο σμάλτο και ημιπολύτιμες πέτρες, 1708.
- Αργυρόδετο Ευαγγέλιο, 1807.
- Ευαγγέλιο με κάλυμμα από επίχρυσο ασήμι, 1847.
- Τετραευάγγελο με αργυρό κάλυμμα, 19ος αιώνας.
- Επίχρυσο δισκοπότηρο, με κάλυμμα, 1847.
- Συλλογή μεταλλικών σφραγίδων 19ου αιώνα.
- Συλλογή μεταλλικών πορπών, 19ου αιώνα.
- Συλλογή χρυσοκέντητων αμφίων, 19ου αι.
- Συλλογή μεταλλικών εκκλησιαστικών λειτουργικών σκευών.
Τηλέφωνο: 28320 41444
Πηγή: www.incrediblecrete.gr
Σε χαμηλό λόφο (ύψους 40μ.) αναπτύχθηκε οργανωμένος παράλιος οικισμός των μινωικών χρόνων, κάτι που επέβαλε η γεωγραφική διαμόρφωση της περιοχής καθώς και το μεγάλο λιμάνι. Ο οικισμός υπήρξε το κέντρο μιας περιοχής που ξεκινά από το Χαμέζι δυτικά και φθάνει στην Πραισό νότια και στον Ανάλουκα ανατολικά.
Πάντως, αν και υπάρχουν ενδείξεις κατοίκησης κατά τα τελευταία νεολιθικά χρόνια (3500 π.Χ.), ο οικισμός απαντά στους Πρωτομινωικούς ΙΙ χρόνους (2600-2300 π.Χ.) και η ύπαρξή του είναι συνεχής μέχρι το 1450 π.Χ., οπότε καταστράφηκε, όπως και τα άλλα μινωικά κέντρα, με μικρή ανακατάληψη κατά την Υστερομινωική ΙΙΙ εποχή (1400-1300 π.Χ.). Ο οικισμός ήκμασε κατά την Παλαιοανακτορική εποχή (2000-1650 π.Χ.), κατά την οποία μάλιστα οικοδομήθηκε κεντρικό κτήριο ανακτορικού χαρακτήρα στην κορυφή του λόφου, η μεγάλη ακμή του όμως τοποθετείται κατά τους νεοανακτορικούς χρόνους (2000-1450 π.Χ.) με μια νέα οικοδομική φάση με πολλές τροποποιήσεις. Κατά τον 12ο-13ο αιώνα μ.Χ. στην κορυφή του λόφου υπήρχε νεκροταφείο από το οποίο έχουν ήδη ανασκαφεί 32 τάφοι.
Tο 1900, ο αρχαιολόγος R.C. Bοsanquet διεξήγαγε σύντομη ανασκαφική έρευνα στην περιοχή, όπου ήταν ορατά ίχνη τοίχων. Το 1985 ξεκίνησε συστηματική ανασκαφή που συνεχίζεται έως σήμερα από την Μ.Τσιποπούλου.
Προσβάσιμο από Α.Μ.Ε.Α: ΝΑΙ
Περιοχή: Λεύκη, Τ.Κ. 72200
Πηγή: www.incrediblecrete.gr
Ο οικισμός της Κριτσάς του δήμου Αγίου Νικολάου είναι ένας από τους πιο αξιόλογους ημιορεινούς παραδοσιακούς οικισμούς της Κρήτης.
Εκεί βρίσκονται τρεις κοινοτικές κρήνες και πλακόστρωτο “καλντερίμι” στη θέση Χανιώτενα που έχουν χαρακτηρισθεί σαν ιστορικά διατηρητέα μνημεία γιατί αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα αρχιτεκτονικής παράδοσης και είναι άμεσα συνδεδεμένα με την ιστορία της Κριτσάς και τις μνήμες των κατοίκων της περιοχής.
Κρήνη στην περιοχή “Κουτσουνάρι”. Είναι κτίσμα πετρόκτιστο με απλή αψιδωτή μορφή.
Κρήνη στην περιοχή “Καββούσα”. Η όψη της χαρακτηρίζεται από μία δίδυμη τυφλή αψιδωτή κατασκευή.
Κρήνη στην περιοχή “Χανιώτενας”. Χρησιμοποιείται για το πότισμα των ζώων. Το κτίσμα έχει την τυπική μορφή των απλών αψιδόσχημων μικρών κρηνών της Κρήτης. Εκεί υπάρχει το τελευταίο καλντερίμι που έχει απομείνει στη Κριτσά και συνδέει το κέντρο του οικισμού με τον κάμπο.
Προσβάσιμο από Α.Μ.Ε.Α: ΝΑΙ
Πηγή: www.incrediblecrete.gr
Το Μουσείο Κρητικής Εθνολογίας (ΜΚΕ) αποτελείται από ένα εκθεσιακό συγκρότημα και από ένα Ερευνητικό και Συνεδριακό Κέντρο σε χωριστό κτίριο, όπου συγκετρώνονται όλες οι υπόλοιπες λειτουργίες του μουσείου: Έρευνα, Επιμόρφωση, Συνέδρια, Βιβλιοθήκη, Σχεδιαστήριο, Εργαστήρια Ήχου, Φωτογραφίας, Συντήρησης, Επιστημονικά Εργαστήρια, Αρχείο και Αποθήκες.
Το μουσείο διαθέτει για την παρουσίαση των εκθεμάτων του ένα διώροφο κτίριο συνολικής επιφανείας 500 τ.μ. και σχεδιάζεται η επέκταση σε γειτνιάζον παραδοσιακό συγκρότημα 300 τ.μ. Η εθνογραφική έρευνα του μουσείου και τα εκθέματά του καλύπτουν την 2η χιλιετία μ.Χ. στην Κρήτη. Στην πρώτη φάση της ιστορικής εξέλιξης του νησιού με την επανάκτησή του από τους Βυζαντινούς το 963 και την παρουσία τους έως το 1205, ο κρητικός λαός εισέρχεται στην ελληνική αναγέννηση του Μεσαίωνα.
Στην διάρκεια των 700 επόμενων ετών κατοχής από τους Ενετούς και τους Τούρκους, ο λαός αυτός όχι μόνο δεν θα υποκύψει πολιτισμικά στους κατακτητές, αλλά θα εξελιχθεί δημιουργικά μέσα στους αιώνες συντηρώντας τα πρότυπα της αυτοκρατορίας. Η Έκθεση παρουσιάζει 3000 εκθέματα απ’ όλη την Κρήτη και ακολουθεί την εθνολογική ταξινομική των κοινωνικών εργασιών του Ανθρώπου: Διατροφή, Αρχιτεκτονική, Υφαντική, Τέχνες – Εμπόριο, Μεταφορές, Ήθη και Έθιμα, Κοινωνική Οργάνωση.
Η Μουσειολογική μεθοδολογία της Έκθεσης είναι εκείνη του G. H. Riviere, του Musee National des Arts et Traditions Populaires (ATP), στο Παρίσι. Η Έκθεση έλαβε το 1992 ειδικό έπαινο στα πλαίσια της βράβευσης του Ευρωπαϊκού Μουσείου της Χρονιάς (ΕΜΥΑ) από το European Museum Forum και το Συμβούλιο της Ευρώπης. Το Μουσείο Κρητικής Εθνολογίας (ΜΚΕ) ήταν το 6ο κατά σειρά Ελληνικό Μουσείο που λάβαινε διάκριση, από την ίδρυση του θεσμού το 1977. Το Ίδρυμα Μουσείο Κρητικής Εθνολογίας εποπτεύεται από το Υπουργείο Πολιτισμού και ανήκει στη Διεύθυνση Λαϊκού Πολιτισμού με, χρονολογικά, τους Διευθυντές που υποστήριξαν το φορέα: Δημήτρης Κόκκινος, Γιώργος Νίνος, Μαίρη Μιχαϊλίδου, Θεοχάρης Προβατάκης και Τέτη Χατζηνικολάου.
(Συντάκτης: Χ. Βαλλιάνος)
Προσβάσιμο από Α.Μ.Ε.Α: ΝΑΙ
Περιοχή: Βώροι Πυργιωτίσσης, 70200
Τηλέφωνο: 28920 91110, 28920 91111
Πηγή: www.incrediblecrete.gr
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου είναι από τα πιο μεγάλα και αξιόλογα μουσεία στην Ελλάδα και ένα από τα σημαντικότερα στην Ευρώπη. Τα εκθέματά του περιλαμβάνουν αντιπροσωπευτικά δείγματα από όλες τις περιόδους της κρητικής προϊστορίας και ιστορίας, που καλύπτουν περίπου 5.500 χρόνια, από τη νεολιθική εποχή μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους.
Κυρίαρχη θέση, στις συλλογές του κατέχουν τα μοναδικά αριστουργήματα της μινωικής τέχνης, την οποία μπορεί κανείς να θαυμάσει σε όλη της την εξέλιξη. Η συλλογή με τις μινωικές αρχαιότητες είναι η σημαντικότερη στον κόσμο και το μουσείο δίκαια θεωρείται το κατ’ εξοχήν μουσείο του μινωικού πολιτισμού.
Το κτήριο, όπου στεγάζεται, βρίσκεται στο κέντρο της πόλης και κατασκευάσθηκε μεταξύ των ετών 1937 και 1940, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού. Στην ίδια θέση κατά τη διάρκεια της βενετοκρατίας βρισκόταν η καθολική μονή του Αγίου Φραγκίσκου, που καταστράφηκε από σεισμό το 1856. Το κτήριο του μουσείου είναι αντισεισμικό και αποτελεί σημαντικό δείγμα του μοντέρνου αρχιτεκτονικού κινήματος στην Ελλάδα, βραβευμένο με έπαινο Bauhaus στο Μεσοπόλεμο. Κατάφερε να συνδυάσει τις σύγχρονες τότε τάσεις της αρχιτεκτονικής, λαμβάνοντας υπ’ όψη το περιεχόμενο των αρχαιολογικών συλλογών, να εξασφαλίσει καλό φυσικό φωτισμό, με φεγγίτες από την οροφή και στο ψηλότερο μέρος των τοίχων, και να διευκολύνει την ελεύθερη κίνηση μεγάλων ομάδων επισκεπτών.
Οι χρωματισμοί και τα υλικά κατασκευής, όπως και τα πολύχρωμα φλεβωτά μάρμαρα, παραπέμπουν στις τοιχογραφικές μιμήσεις ορθομαρμαρώσεων των μινωικών κτηρίων. Ο αρχιτέκτονας προέβλεψε, ακόμη, τη δυνατότητα μελλοντικών επεκτάσεων του μουσείου. Το κτήριο είναι διώροφο και διαθέτει εκτεταμένους εκθεσιακούς χώρους, εργαστήρια, σχεδιαστήριο, βιβλιοθήκη, γραφεία και ένα σπουδαίο τμήμα, την Επιστημονική Συλλογή, όπου φυλάσσονται και μελετώνται πολλά από τα ευρήματα. Στο μουσείο λειτουργούν, επίσης, πωλητήριο εκμαγείων μισθωμένο για λογαριασμό του Tαμείου Αρχαιολογικών Πόρων, κυλικείο, καθώς και πωλητήριο δελταρίων και διαφανειών.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου έχει συγκροτηθεί ως Ειδική Περιφερειακή Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και έχει ως σκοπό την απόκτηση, αποδοχή, φύλαξη, συντήρηση, καταγραφή, τεκμηρίωση, έρευνα, μελέτη, δημοσίευση και κυρίως έκθεση και προβολή στο κοινό αντικειμένων που χρονολογούνται από τους απώτατους χρόνους της προϊστορικής εποχής έως την υστερορωμαϊκή περίοδο. Οργανώνει περιοδικές εκθέσεις, συμμετέχει σε εκθέσεις που περιοδεύουν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, συνεργάζεται με άλλους επιστημονικούς και ερευνητικούς φορείς και φιλοξενεί ποικίλες άλλες πολιτιστικές δραστηριότητες.
Αυτή τη στιγμή είναι ανοικτές στο κοινό οι Αϊθουσες των Γλυπτών, η Αίθουσα των Μινωικών Τοιχογραφιών και όλες οι αίθουσες των Ιστορικών Χρόνων (Εποχή του Σιδήρου έως Ύστερη Αρχαιότητα). Επίσης απο τον Μάιο 2014 είναι ανοικτός και ο χώρος της επανέκθεσης με 12 αίθουσες των μινωικών συλλογών.
Προσβάσιμο από Α.Μ.Ε.Α: ΝΑΙ
Fax: 2810 279071
Τηλέφωνο: 2810 279000, 2810 279087, 2810 279086
Πηγή: www.incrediblecrete.gr