Βρίσκεται στα όρια των Νομών Ξάνθης και Καβάλας, νότια του οικισμού της Σταυρούπολης με έκταση 2.380 εκτάρια. Είναι από τα ωραιότερα τοπία της Ελλάδας με μεγάλο οικολογικό ενδιαφέρον. Μπορεί κανείς να δει πληθώρα σπάνιων φυτών, όπως η αγριοπασχαλιά, η χαμπερλέα, η κόκκινη παιώνια και ο ράμνος της Ροδόπης.
Παράλληλα, πλούσια είναι και η πανίδα της περιοχής όπου φωλιάζουν λύκοι, αγριόγατοι -που είναι είδος προς εξαφάνιση- βίδρες, κουνάβια, αλλά και σπάνια πουλιά όπως ο μαυροπελαργός, το όρνιο, η αλκυώνη, η καστανόχηνα και η λαγγόνα.
Μέσα από τα Στενά του Νέστου διέρχεται η σιδηροδρομική γραμμή που συνδέει τη Θεσσαλονίκη με τις πόλεις της Θράκης, ακολουθώντας ένα μαγευτικό τοπίο. Εκτός, όμως από το τρένο υπάρχει και χαραγμένο μονοπάτι, το οποίο ξεκινάει από τον οικισμό της Γαλάνης και φτάνει μέχρι τη Σταυρούπολη και Λειβαδίτη.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Το γεφύρι βρίσκεται στην έξοδο του ποταμού Κομψάτου, που πηγάζει από τον ορεινό όγκο της Ροδόπης, διασχίζει τη θρακική πεδιάδα και χύνεται στη λίμνη Βιστωνίδα.
Στη γύρω περιοχή έχουν εντοπιστεί αρκετές θέσεις με προχριστιανικές και χριστιανικές αρχαιότητες με κύρια το βυζαντινό κάστρο του Πολυάνθου και μια τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική ανάμεσα στο χωριό Πολύανθος και τη γέφυρα.
Το γεφύρι ήταν τρίτοξο με δυο μεσόβαθρα και δυο ακρόβαθρα και κατεύθυνση από Δύση προς Ανατολή. Σήμερα σώζεται το μεσαίο και ανατολικό τόξο και το ανατολικό ακρόβαθρο. Το μεσαίο τόξο ελαφρώς υπερυψωμένο ήταν το μεγαλύτερο. Έχει άνοιγμα 21,80 μ. και ύψος 12 μ. Το ανατολικό έχει άνοιγμα 17 μ. Στα δυο μεσόβαθρα υπάρχουν ανακουφιστικά ανοίγματα με επίπεδη βάση και τοξωτή οροφή. Θεωρείται έργο ηπειρωτών μαστόρων. Χρονολογείται στον 17ο – 18ο αι.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Οι ανασκαφές άρχισαν στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και αποκάλυψαν το θέατρο της πόλης με δύο φάσεις κατασκευής, την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή.
Ιερό, πιθανόν του Διονύσου, που χρονολογείται στον 4ο π.Χ. αιώνα., μεγάλη κατοικία ελληνιστικής εποχής με ψηφιδωτό δάπεδο, δύο μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα, πιθανότατα δημόσια, ελληνιστικής εποχής και τμήματα της οχύρωσης της κλασικής πόλης.
Κατασκευάσθηκε στην ελληνιστική εποχή, αλλά έχει υποστεί μετασκευές στα ρωμαϊκά χρόνια. Σώζονται τρεις σειρές από το λίθινο κοίλο, ο κεντρικός και ο πεταλόσχημος αγωγός της ορχήστρας και το κτήριο της ρωμαϊκής σκηνής.
Στην ελληνιστική φάση ανήκουν το λίθινο κοίλο, ο μνημειακός κεντρικός και ο περιμετρικός αγωγός της ορχήστρας, οι θρόνοι της προεδρίας και οι ημικίονες του προσκηνίου.
Στη ρωμαϊκή φάση ανήκουν η σκηνή με το προσκήνιο και το προστατευτικό θωράκιο για τους θεατές μεταξύ ορχήστρας και κοίλου, που δημιουργήθηκε από τα καλύμματα του περιμετρικού αγωγού, όταν η ορχήστρα μετατράπηκε σε αρένα (κονίστρα). Το μνημείο ήταν σε χρήση μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ.
Έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες αναστήλωσης των εδωλίων του κοίλου, με την προσθήκη τριών νέων σειρών πάνω από τις τρεις σειρές που διασώθηκαν, αποκατάστασης του προστατευτικού θωρακίου, συγκόλλησης, συμπλήρωσης και επανένταξης των μετακινημένων εδωλίων.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Το κάστρο του Πυθίου ή Εμπύθιον κατά τους βυζαντινούς συγγραφείς είναι κτισμένο σε ένα χαμηλό γήλοφο που αποτελεί την τελική απόληξη της γύρω ορεινής ζώνης προς την επίπεδη παραποτάμια πεδιάδα του Έβρου ποταμού. Βρίσκεται στις παρυφές του σύγχρονου οικισμού Πυθίου σε απόσταση 15 χλμ. βόρεια από το Διδυμότειχο.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Νικηφόρο Γρηγορά ιδρύθηκε από τον Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνό (1341-1355) με σκοπό να αποτελέσει το προσωπικό του καταφύγιο στις επιχειρήσεις που διεξήγαγε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου που ξέσπασε ανάμεσα σ΄αυτόν και τον νόμιμο διάδοχο. Η ίδρυση του τοποθετείται στα 1330-1340. Δεν γνώρισε όμως μεγάλη διάρκεια. Ήταν από τα πρώτα κάστρα που υπέκυψαν στις επιχειρήσεις των Οθωμανών Τούρκων κατά την προέλασή τους προς τη Θράκη. Μετά τον παροπλισμό του αναπτύχθηκε γύρω ένας οικισμός, γνωστός με το όνομα Καλελί Μπουργκάζ, ο οποίος βρισκόταν σε παρακλάδι του δρόμου από την Αδριανούπολη προς το Διδυμότειχο. Κατά τους χρόνους της επανάστασης το χωριό έγινε γνωστό διότι εδώ ετάφη ο πατριάρχης Κύριλλος ΣΤ΄, ο οποίος απαγχονίστηκε στην Αδριανούπολη το 1821.
Το όλο συγκρότημα αποτελούνταν από δύο περιβόλους, έναν εξωτερικό και έναν εσωτερικό. Ο εξωτερικός, από τον οποίο σήμερα σώζονται ελάχιστα τμήματα ανάμεσα στα σπίτια του οικισμού, απλωνόταν σ΄ όλη την έκταση του λόφου. Ο εσωτερικός καταλαμβάνει το άκρο του λόφου και τμήμα του έχει καταστραφεί από την λάξευση του λόφου για τη διέλευση της σιδηροδρομικής γραμμής που διέρχεται ακριβώς στη βάση του. Οι δυο περίβολοι ενισχύονταν με πύργους στις τρεις γωνίες, ενώ στα σημεία ένωσης των δύο περιβόλων υψώνονται οι δύο σωζόμενοι πύργοι με την είσοδο προς τον εσωτερικό περίβολο ανάμεσά τους. Ο μεγάλος κεντρικός πύργος είναι σχεδόν τετράγωνος στην κάτοψη με μήκος πλευράς 15 μ. Είναι τριώροφος και χρησίμευε ως κατοικία. Κάθε όροφος έχει τέσσερις χώρους που καλύπτονται με θόλους που στηρίζονται σε πλίνθινα τόξα τα οποία ξεκινούν από κεντρικό πεσσό και καταλήγουν στους εξωτερικούς τοίχους. Η είσοδος βρίσκεται στην ανατολική πλευρά. Στην ίδια πλευρά βρίσκεται και η διαμορφωμένη μέσα στο πάχος των τοίχων κτιστή κλίμακα που οδηγεί στους ορόφους και το δώμα του πύργου.
Στη σωζόμενη απόληξη του πύργου διαμορφώνονται ισχυροί πρόβολοι που στήριζαν τον εξώστη ενός διευρυμένου ορόφου, ίσως και δύο, οι οποίοι περιλαμβάνονταν στον αρχικό σχεδιασμό, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι κατασκευάστηκαν. Οι πρόβολοι αυτοί αποτελούν καινοτομία της φρουριακής αρχιτεκτονικής στα χρόνια των Παλαιολόγων. Ο δεύτερος πύργος εδράζεται σε χαμηλότερο επίπεδο, αλλά σώζεται σε μεγαλύτερο ύψος. Είναι και αυτός σχεδόν τετράγωνος, αλλά μικρότερος με διαστάσεις 7,40 Χ 7,30 μ. και σώζεται σε ύψος 20 μ. Αποτελείται από τέσσερις ορόφους που στεγάζονται με σφαιρικούς θόλους. Ο κάθε όροφος είναι ανεξάρτητος. Ο δεύτερος όροφος είναι προσιτός από τον περίδρομο του τείχους. Η πρόσβαση στον τρίτο όροφο είναι δυνατή μέσω εσωτερικού διαδρόμου πάνω από την ενδιάμεση τοξωτή πύλη, ενώ στον τέταρτο όροφο από τον μεγάλο πύργο μέσω του περιδρόμου.
Το φρούριο του Πυθίου, αν και δεν σώζει παρά μέρος μόνο του αρχικού του μεγέθους, εντυπωσιάζει τον επισκέπτη με τη μεγαλοπρέπεια, τη δύναμη και το ανάστημα των κτιριακών του όγκων. Κατατάσσεται στα πρωτοπόρα έργα της φρουριακής βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Δεν είναι μόνο ένα απλό στρατιωτικό αμυντικό έργο αλλά και μια μνημειώδης εγκατάσταση αυτοκράτορα.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Βρίσκεται 15 χλμ από την Καβάλα στην περιοχή Κρηνίδες και είναι ένας από τους πιο σημαντικούς ιστορικούς τόπους της περιοχής. Ιδρύθηκε από τον πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου Φίλιππο Β΄και πήρε το όνομά του.
Περιλαμβάνει το αρχαίο θέατρο Φιλίππων (όπου κάθε καλοκαίρι πραγματοποιείται το ομώνυμο Φεστιβάλ),το Forum και την εμπορική αγορά, την παλαίστρα, τις νησίδες με ιδιωτικές κατοικίες και τους παλαιοχριστιανικού ναούς. Ιδρύθηκε από θάσιους αποίκους το 360 π.Χ. Πολύ σύντομα, το 356 π.Χ., οι θάσιοι προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα τοπικά θρακικά φύλα ζήτησαν τη βοήθεια του Φιλίππου Β΄, του πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Φίλιππος Β΄ αναγνωρίζοντας την προνομιακή θέση της πόλης, της έδωσε το όνομά του.
Η διέλευση της Εγνατίας οδού μέσα από τους Φιλίππους τον 1ο αι. π.Χ. προσέδωσε στην πόλη μεγαλύτερη βαρύτητα, και τη μετέτρεψε σε σημείο αναφοράς της περιοχής. Το 42 π.Χ. η μάχη των Φιλίππων στους δύο χαμηλούς λόφους έξω από τα δυτικά τείχη της πόλης προκάλεσε αλλαγές σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο. Η νίκη του Οκταβιανού και του Αντωνίου, συνεχιστών της πολιτικής του Ιουλίου Καίσαρα, σφράγισε το τέλος της δημοκρατίας ανοίγοντας στον Οκταβιανό το δρόμο για την αυτοκρατορία. Οι Φίλιπποι μετατράπηκαν σε ρωμαϊκή αποικία (Colonia Augusta Julia Philippensis) που γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στο 2ο αι. μ. Χ.
Το 49/50 μ.Χ. ο απόστολος Παύλος επισκέφτηκε τους Φιλίππους και ίδρυσε την πρώτη στην Ευρώπη χριστιανική κοινότητα. Η ανάμνηση της επίσκεψης και της φυλάκισης του έμεινε βαθειά τυπωμένη στη μνήμη και έδωσε έναν οικουμενικό χριστιανικό προσκυνηματικό χαρακτήρα. Η πόλη συρρικνώνεται στις αρχές του 7ου αι., εξαιτίας μεγάλων σεισμών και σλαβικών επιδρομών. Επιζεί στους βυζαντινούς χρόνους ως οχυρωμένο κάστρο, διατηρώντας τη σημασία του, λόγω της θέσης πάνω στη βασική χερσαία αρτηρία Ανατολής -Δύσης. Η πλήρης εγκατάλειψη επήλθε με την τουρκική κατάκτηση στα τέλη του 14ου αι.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Η Μεσημβρία-Ζώνη, αποικία της Σαμοθράκης στα τέλη του 7ου αι. π.Χ., αρχικά εξυπηρετούσε τις ανάγκες της μητρόπολης σε αγροτικά προϊόντα και την εμπορική επικοινωνία με τα θρακικά φύλα της ενδοχώρας. Όμως ο αρχικός αγροτικός χαρακτήρας της πέρασε σχετικά νωρίς – ήδη από τον 6ο αι. π.Χ. – σε δεύτερη μοίρα, καθώς οι εμπορικές συναλλαγές και η θαλάσσια διακίνηση αγαθών αποδείχτηκαν ιδιαίτερα ασφαλείς και επικερδείς. Έτσι η πόλη εξελίχτηκε γρήγορα σε σημαντικό εμπορικό κέντρο και γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη κατά τον 5ο και 4ο αι. π.Χ.
Την οικονομική ευρωστία της πόλης φανερώνει και το ποσό των δύο ταλάντων που καθορίστηκε για την εισφορά στο ταμείο της Α΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Όμως η διείσδυση της αθηναϊκής δύναμης στην περιοχή, η επιβολή στις αποικίες της Σαμοθράκης ενός μάλλον δυσβάστακτου φόρου, καθώς και πιθανόν και γεγονότα για τα οποία λείπουν εντελώς γραπτές ιστορικές μαρτυρίες, οδήγησαν βαθμιαία στη παρακμή της.
Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες ο Αίσωπος, ο μεγάλος μυθοπλάστης της αρχαιότητας είχε καταγωγή από την πόλη αυτή. Στον αρχαιολογικό χώρο της Μεσημβρίας υπάρχουν απομεινάρια του Ιερού της Δήμητρας και του Ναού του Απόλλωνα. Στη δυτική πλευρά εκτεινόταν το κυρίως μέρος της πόλης, όπου ανάμεσα στα άλλα κτίσματα υπάρχουν δύο δημόσια κτίρια, αλλά και ένας εντυπωσιακός χώρος όπου φυλάσσονταν δεκάδες παραδοσιακά πιθάρια.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Ο λόφος της Αγίας Πέτρας στη νοτιοανατολική πλευρά του Διδυμότειχου έχει ταυτιστεί με τη Ρωμαϊκή Πλωτινόπολη. Η πόλη ιδρύθηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Τραϊανό και πήρε το όνομα της προς τιμήν της γυναίκας του Πλωτίνης. Ο λόφος αυτός, με την τόσο στρατηγική θέση, παρουσίασε αρχαιολογικό ενδιαφέρον πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1965, κατά την κατασκευή χαρακώματος από στρατιώτες, βρέθηκε μια χρυσή σφυρήλατη προτομή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου (193-21 μ.Χ.), που φυλάσσεται στο Μουσείο Κομοτηνής.
Συστηματική ανασκαφική έρευνα πραγματοποιήθηκε στην περιοχή από τη ΙΘ΄ΕΠΚΑ το καλοκαίρι του 1977 και στις αρχές της δεκαετίας του `80, ενώ οι ανασκαφές στην περιοχή συνεχίζονται από το 1996 μέχρις τις μέρες μας. Η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε ένα μεγάλο κτιριακό συγκρότημα ρωμαϊκών χρόνων με θαυμάσια ψηφιδωτά δάπεδα, που βρισκόταν σε χρήση από τον 2ο μέχρι το τέλος του 6ου μ.Χ. Επίσης βρέθηκε τμήμα λουτρού με το υπόκαυστό του (χώρος όπου καίγονταν τα ξύλα για να ζεσταθεί το νερό). Το πιο εντυπωσιακό, όμως, εύρημα είναι ένα μεγάλο λίθινο πηγάδι βάθους μέχρι στιγμής 12,67μ. του οποίου ο πυθμένας δεν έχει ακόμη εντοπισθεί. Στο βόρειο τμήμα του υπάρχει άνοιγμα που οδηγεί σε καμαροσκέπαστο θάλαμο, που χρησιμοποιείτο για την άντληση του νερού από το πηγάδι. Το παραπάνω συγκρότημα αποτελεί ένα μοναδικό δείγμα υδραυλικής αρχιτεκτονικής, σχετίζεται με την υδροδότηση της πόλης και μάλλον είναι σύγχρονο με την ίδρυσή τη ς(αρχές του 2ου αι. μ.Χ.).
Ενδιαφέρον, επίσης, παρουσιάζουν και τα κινητά ευρήματα της ανασκαφής, που χρονολογούνται από τα νεολιθικά μέχρι τα παλαιοχριστιανικά χρόνια.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Το κάστρο της Καβάλας δεσπόζει πάνω στην κορυφή της χερσονήσου όπου είναι κτισμένη η παλαιά πόλη.
Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους και αργότερα έγιναν αλλεπάλληλες ανακατασκευές και επεμβάσεις στην οχύρωσή του από τους Βυζαντινούς, τους Ενετούς και τους Τούρκους.
Το κάστρο (ακρόπολη) στη σημερινή του μορφή, κτίσθηκε το πρώτο τέταρτο του 15ου αιώνα, στηριζόμενο σε θεμελίωση Βυζαντινής περιόδου.
Στο υπαίθριο θέατρό του διοργανώνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Ιστοσελίδα παρουσίασης του κάστρου: www.castle-kavala.gr
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Η Μαρώνεια απλωνόταν σε μια τεράστια έκταση, από το όρος Ίσμαρος έως τη λίμνη Πτελέα. Αρκετά μνημεία είναι σήμερα σηματοδοτημένα και πάμπολλα άλλα είναι διάσπαρτα μέσα στις ελιές και τα ορεινά τοπία του Ισμάρου.
Αξίζει να δείτε την οχύρωση του Αγίου Γεωργίου (με τη μεγαλιθική πύλη), το συγκρότημα των ρωμαϊκών χρόνων, τα τείχη στην ακρόπολη του Αγίου Αθανασίου (τα τείχη υπολογίζεται ότι είχαν μήκος πάνω από 10 χλμ.!), τον λαξευμένο σε έναν πελώριο γρανίτη αρχαίο ληνό.
Εμφανής δρόμος δεν υπάρχει ωστόσο με όχημα 4χ4 μπορείτε να προχωρήσετε ακόμα 700 μ. Θα συνεχίσετε με τα πόδια για 3 λεπτά ακολουθώντας τις πινακίδες ή τα βέλη αριστερά και θα φτάσετε στη Μεγαλιθική πύλη με μονολιθικές παραστάσεις. Τώρα περπατώντας δεξιά ακολουθώντας τα βέλη για 15 λεπτά θα φτάσετε στον λαξευτό ληνό.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
O αρχαιολογικός χώρος των Αβδήρων, στο ακρωτήριο Μπουλούστρα, περιλαμβάνει το βόρειο και το νότιο περίβολο, την ακρόπολη της αρχαίας πόλης και τα νεκροταφεία της, που εκτείνονται κυρίως στα ΒΔ, Β και ΒΑ και χρονολογούνται στην αρχαϊκή, κλασική και ελληνιστική περίοδο.
Στο χώρο του βορείου περιβόλου σώζονται τμήματα του τείχους και μονόχωρα κτίσματα της παλαιότερης πόλης των Κλαζομενίων της Μικράς Ασίας, του 7ου αι. π.Χ., τμήματα του τείχους των Τηίων, του 6ου-5ου αι. π.Χ., νεώσοικος της ίδιας εποχής, που βρισκόταν στο ΒΑ άκρο του λιμανιού, πριν η περιοχή γίνει χερσαία από τις προσχώσεις, ερείπια ενός ιερού της Δήμητρας και της Κόρης, που χρονολογείται στον 6ο-4ο αι. π.Χ., και το ελληνιστικό νεκροταφείο. Το κυρίως ανασκαμμένο και επισκέψιμο τμήμα του αρχαιολογικού χώρου βρίσκεται κοντά στο σημερινό λιμάνι. Πρόκειται για το δυτικό τμήμα του νοτίου περιβόλου της πόλης, στο οποίο διακρίνονται το δυτικό τείχος, πύλη με πύργους, δρόμοι και κατοικίες. Τα πρώτα κτίσματα που συναντά ο επισκέπτης πριν εισέλθει στην αρχαία πόλη είναι κατοικίες των αυτοκρατορικών χρόνων, που δεν ακολουθούν το ιπποδάμειο σύστημα, η κοιμητηριακή βασιλική του χριστιανικού νεκροταφείου του Πολυστύλου, και τα ερείπια πολυτελούς λουτρού των αυτοκρατορικών χρόνων, από το οποίο διακρίνεται μία ελλειψοειδής αίθουσα και η κλίμακα που οδηγεί στα υπόκαυστα. Η οικιστική φάση που διακρίνεται ανήκει στα αυτοκρατορικά χρόνια.
Εκτός από τα επισκέψιμα τμήματα του χώρου υπάρχουν πολύ περισσότερα ανασκαμμένα που απέχουν αρκετά μεταξύ τους, αλλά σε κανένα από αυτά η ανασκαφή δεν έχει ολοκληρωθεί. Στο νότιο άκρο υψώνεται η ακρόπολη της αρχαίας πόλης, όπου σώζεται μόνο τμήμα του αρχαίου τείχους, ενώ στο δυτικό άκρο της, στη θάλασσα, διακρίνεται ο λιμενοβραχίονας του δυτικού λιμανιού. Το δεύτερο λιμάνι της πόλης, το ανατολικό, βρίσκεται στη βορειοανατολική πλευρά του νοτίου περιβόλου. Εδώ επίσης διακρίνεται ο λιμενοβραχίονας και αποθήκες. Αν και η εικόνα της αρχαίας πόλης είναι αρκετά καλή, κυρίως όσον αφορά στις ιδιωτικές κατοικίες, στα καταστήματα, στα τείχη και στους τάφους των κατοίκων του βυζαντινού Πολύστυλου, δεν έχουν εντοπισθεί δημόσια κτήρια. Το μοναδικό δημόσιο οικοδόμημα που γνωρίζουμε είναι το θέατρο, το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στο βόρειο και στο νότιο περίβολο, στην πλαγιά ενός λόφου, αλλά είναι τόσο κατεστραμμένο που δεν είναι επισκέψιμο. Αυτή την στιγμή ο αρχαιολογικός χώρος Αβδήρων παραμένει κλειστός λόγω έλλειψης φυλακτικού προσωπικού. Υπάρχει όμως η δυνατότητα επίσκεψης κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες κατόπιν συνεννόησης.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης