Το Ωδείο του Ηρώδου Αττικού ή, όπως ονομάζεται σήμερα, Ηρώδειο, κτίστηκε στη νοτιοδυτική πλευρά του βράχου της Ακρόπολης κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους (2ος μ.Χ. αιώνας) από τον πλούσιο Αθηναίο Ηρώδη Αττικό, στη μνήμη της γυναίκας του Ρηγίλλης. Μετά την παρακμή της πόλης την εποχή του Βυζαντίου, το Ηρώδειο ερειπώθηκε και θάφτηκε κάτω από όγκους χωμάτων. Οι ξένοι περιηγητές της εποχής της Τουρκοκρατίας έδιναν στα ελάχιστα ορατά ερείπια διάφορα ονόματα, φανταστικά τα περισσότερα.
Μόλις το 1764 ο Βρετανός αρχαιολόγος Τσάντλερ μίλησε για το Ωδείο του Ηρώδη του Αττικού. Με τις ανασκαφές του 19ου αιώνα ήρθαν στο φως τα ερείπια του αρχαίου θεάτρου, το οποίο αναστηλώθηκε στα 1950 και επενδύθηκε με πεντελικό μάρμαρο στις θέσεις των θεατών και μάρμαρο του Υμηττού στην ορχήστρα. Έκτοτε το καλοκαίρι φιλοξενεί καλλιτεχνικές εκδηλώσεις υψηλού επιπέδου, κυρίως του Φεστιβάλ Αθηνών.
Πηγή: www.athensattica.gr
Ο φιλέλληνας Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αδριανός (117-138 μ.Χ.) ίδρυσε έξω από το ανατολικό τμήμα της αρχαίας πόλης των κλασικών χρόνων μια καινούρια συνοικία και οι Αθηναίοι για να τον τιμήσουν την ονόμασαν Αδριανούπολη και έκτισαν (131-132 μ.Χ.) μια αψίδα από πεντελικό μάρμαρο που οδηγούσε από την παλιά πόλη στη νέα. Η αψίδα αυτή σώζεται έξω από τον περίβολο του ναού του Ολυμπίου Διός σε πολύ καλή κατάσταση και αποτελεί ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα και πλέον φωτογραφημένα σημεία της πόλης.
Στα τέλη του 18ου αιώνα η αψίδα αποτέλεσε τμήμα του αμυντικού τείχους της πόλης (τείχος Χασεκή) με το όνομα «Πύλη της Βασιλοπούλας», ή «Καμαρόπορτα». Σήμερα βρίσκεται στο κέντρο πλέον της σύγχρονης πόλης, μαρμάρινο μνημείο που υπενθυμίζει τη δόξα της αρχαίας Αθήνας.
Πηγή: www.athensattica.gr
Ο βυζαντινός ναός της Καπνικαρέας είναι από τα πλέον χαρακτηριστικά σημεία του βυζαντινού παρελθόντος της Αθήνας. Χρονολογείται από τον 11ο περίπου αιώνα, είναι αφιερωμένος στα Εισόδια της Θεοτόκου και βρίσκεται στο μέσον της οδού Ερμού.
Πιθανολογείται πως κτίστηκε στη θέση παλαιότερου χριστιανικού ναού που τον έκτισε η Αθηναία Αυτοκράτειρα του Βυζαντίου Ευδοκία (γυναίκα του Θεοδοσίου του Μικρού – 5ος αιώνας μ.Χ.), πάνω στα θεμέλια αρχαίου ναού της Αθηνάς ή της Δήμητρας. Σήμερα ανήκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ο αρχιτεκτονικός ρυθμός του ναού είναι σύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος. Στα αρχές του 20ου αιώνα προστέθηκε στη βόρεια πλευρά του ναού το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας. Πολλές από τις αγιογραφίες του εσωτερικού του ναού οφείλονται στον περίφημο Φώτη Κόντογλου. Το όνομα του ναού οφείλεται μάλλον στον αρχικό κτίτορά της, που κατά τις παραδόσεις ήταν εισπράκτορας του καπνικού φόρου στην πόλη. Άλλη παράδοση αποδίδει το παλιότερο όνομά του Καμουχαρέα στα εργαστήρια μεταξωτών υφασμάτων (καμουχάδες) της περιοχής.
Πηγή: www.athensattica.gr
Η Ρωμαϊκή Αγορά βρίσκεται στα όρια των ιστορικών συνοικιών της Αθήνας, Πλάκας και Μοναστηρακίου και κτίστηκε στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αύγουστου, μάλλον μεταξύ των ετών 19 έως 11 π.Χ., για να στεγάσει το κέντρο της οικονομικής δραστηριότητας της πόλης. Αργότερα επί αυτοκράτορα Αδριανού ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε. Χαρακτηριστικά και αναγνωρίσιμα σημεία του χώρου είναι το Ωρολόγιο του Κυρρήστου (ή Πύργος των Αέρηδων) και η δυτική πύλη της, που σώζεται σε καλή κατάσταση.
Το χαρακτηριστικό που την ξεχωρίζει από την αγορά των κλασικών χρόνων είναι πως αυτή σχεδιάστηκε και κτίστηκε εξ αρχής για οικονομικούς και εμπορικούς λόγους. Μετά την εισβολή των Ερούλων και την καταστροφή της πόλης (τέλη 3ου μ.Χ. αιώνα) οι οικονομικές δραστηριότητες περιορίστηκαν στη ρωμαϊκή αγορά εντός του λεγόμενου Υστερορωμαϊκού τείχους, που έγινε και το διοικητικό κέντρο της Αθήνας. Κατά τους επόμενους αιώνες (Βυζαντινοί χρόνοι, Φραγκοκρατία και Τουρκοκρατία) στον χώρο κτίστηκαν σπίτια, εργαστήρια, χριστιανικές εκκλησίες και αργότερα και το Φετιχιέ τζαμί, αλλά η οικονομική δραστηριότητα συνεχίστηκε ως Σταροπάζαρο.
Πηγή: www.athensattica.gr
Στην οδό Άρεως, απέναντι από την είσοδο του σταθμού στο Μοναστηράκι, βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της Βιβλιοθήκης του Αδριανού με τα λιγοστά ερείπια που έχουν απομείνει ανέπαφα και πολλά άλλα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών που ακόμα συνεχίζονται. Τη Βιβλιοθήκη μας την περιγράφει ο περιηγητής Παυσανίας (2ος μ.Χ. αιώνας), που γράφει πως αποτελείτο από 100 κολόνες που στήριζαν την στέγη η οποία στο εσωτερικό της ήταν επίχρυση, ενώ τον χώρο κοσμούσαν αλαβάστρινα πολύτιμα αντικείμενα.
Σήμερα διακρίνουμε τις βάσεις από τις κολόνες της εσωτερικής αυλής που σχηματίζουν στοές (τέσσερις με μήκος επτά μέτρων), τα θεμέλια και κάποιους τοίχους από ένα διώροφο κτίριο (νότια), ένα περίπτερο ερειπωμένο (κέντρο της αυλής) και την είσοδο της βιβλιοθήκης (βορειοδυτικά) με τους 7 κίονες κορινθιακού ρυθμού. Η είσοδος στον αρχαιολογικό χώρο γίνεται από την οδό Άρεως, απέναντι από την έξοδο του σταθμού του μετρό Μοναστηράκι.
Πηγή: www.athensattica.gr
Η Στοά του Αττάλου είναι το εντυπωσιακά αναστηλωμένο κτίσμα στην ανατολική πλευρά της Αρχαίας Αγοράς της Αθήνας και βρίσκεται εντός του αρχαιολογικού της χώρου. Η στοά πήρε το όνομά της από τον βασιλιά της Περγάμου τον Άτταλο τον Β΄, που τη δώρισε στην πόλη. Η οικοδόμηση της στοάς, που ήταν το μεγαλύτερο σε μήκος αυτοτελές στεγασμένο κτίριο την εποχή εκείνη, έγινε από το 159 έως το 138 π.Χ. Η χρήση της ήταν εμπορική, συνεπώς σε συνολικό μήκος 120 μέτρων υπήρχαν δίπλα-δίπλα 21 καταστήματα και εργαστήρια διαφόρων ειδικοτήτων (τετράγωνες αίθουσες με μήκος πλευράς 4,80 μέτρα) σε δυο ορόφους.
Το κτίσμα ήταν φτιαγμένο από πωρόλιθο, ενώ οι παραστάδες των θυρών, τα κατώφλια, οι κίονες και οι ορθοστάτες των τοίχων ήταν από λευκό πεντελικό μάρμαρο. Το 267 μ.Χ. η στοά καταστράφηκε από την επιδρομή των Ερούλων και αργότερα, έρημη πλέον, αποτέλεσε τμήμα του Υστερορωμαϊκού τείχους. Η αναστήλωσή της έγινε τη δεκαετία του 1950 από την Αμερικάνικη Αρχαιολογική Σχολή, με σκοπό να στεγάσει το Μουσείο της Αρχαίας Αγοράς.
Πηγή: www.athensattica.gr
Η Ακαδημία Πλάτωνος, συνοικία των Αθηνών με έντονη βιομηχανική και οικιστική ανάπτυξη παλαιότερα, οφείλει το όνομά της στα αρχαία λείψανα της περιώνυμης σχολής του Πλάτωνα. Το όνομα Ακαδημία προέρχεται από τον τοπικό ήρωα Ακάδημο, αλλά έμεινε στην ιστορία από τη σχολή που ίδρυσε ο Πλάτωνας το 387 π.Χ. και που έφτασε στη μέγιστή της ακμή επί των Νεοπλατωνικών φιλοσόφων πριν την κλείσει οριστικά ο Ιουστινιανός το 529 μ.Χ. μαζί με όλες τις ανάλογες σχολές της Αθήνας.
Ο χώρος κατοικήθηκε από τους πρώιμους προϊστορικούς χρόνους μέχρι τον 6ο π.Χ. αιώνα. Τον 6ο π.Χ. αιώνα στον χώρο ιδρύθηκε γυμναστήριο, ενώ ο τύραννος των Αθηνών Ιππίας έκτισε περίβολο και ο Κίμων δενδροφύτευσε το χώρο, έναν αιώνα αργότερα. Τα δέντρα αυτά υλοτομήθηκαν το 86 π.Χ. όταν ο Σύλλας λεηλάτησε την πόλη των Αθηνών. Οι ανασκαφές που άρχισαν το 1929 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα έφεραν στο φως σημαντικά ευρήματα, όπως μια Πρωτοελλαδική αψιδωτή οικία (που θεωρήθηκε η οικία του μυθικού ήρωα Ακάδημου), μια ιερά οικία των Γεωμετρικών χρόνων, ένα περίστυλο κτίριο του 4ου π.Χ. αιώνα, το Γυμνάσιο της Ρωμαϊκής εποχής (1ος μ.Χ. αιώνας) και άλλα μικρότερης σημασίας.
Πηγή: www.athensattica.gr
Το θέατρο του Διονύσου υπήρξε στους κλασικούς χρόνους το κατ’ εξοχή θέατρο όπου διδασκόταν το αρχαίο αττικό δράμα κατά τη γιορτή των Μεγάλων Διονυσίων, μια από τις σημαντικότερες θρησκευτικές γιορτές της πόλης. Ήταν σημαντικό μέρος του ιερού του Ελευθερέως Διονύσου κάτω από τον βράχο της Ακρόπολης. Θεωρείται πως κτίστηκε την εποχή των Πεισιστρατιδών (6ος π.Χ. αιώνας), αλλά γνώρισε αλλεπάλληλες επεμβάσεις και επεκτάσεις, σε βαθμό που είναι σχεδόν αδύνατον να παρακολουθήσει κανείς την εξέλιξή του.
Τα σημερινά ερείπια είναι κατάλοιπα της τελευταίας φάσης ζωής του θεάτρου κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, ενώ από τους κλασικούς χρόνους διακρίνονται μόλις μερικές σειρές εδωλίων της κεντρικής κερκίδας. Τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη προσπάθεια αναστήλωσης του αρχαίου θεάτρου και επένδυσής του με λίθο από την Κορινθία, καθώς επίσης και με αρχαία σπαράγματα που βρίσκονται διάσπαρτα σε όλο το χώρο.
Πηγή: www.athensattica.gr
Ο ιερός βράχος της Ακρόπολης, ένας οχυρωμένος λόφος 156 μέτρων στο κέντρο της Αθήνας με πολύ σημαντικά κτίσματα, αποτελεί το σύμβολο των πολιτισμών που άκμασαν στον Ελλαδικό χώρο από τους μακρινούς προϊστορικούς χρόνους μέχρι τις μέρες μας. Χρησιμοποιήθηκε από τους κατοίκους της αρχαίας Αθήνας, από την 3η π.Χ. χιλιετία ήδη, και έχουν βρεθεί ίχνη από την Μυκηναϊκή εποχή (θεμέλια και τμήματα της οχύρωσης) και τους μετέπειτα ιστορικούς χρόνους (ίχνη από αρχαϊκούς ναούς).
Τα μνημεία που αντικρίζει ο επισκέπτης σήμερα είναι έργα του 5ου π.Χ. αιώνα και αποτελούν μερικά από τα σημαντικότερα δείγματα της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής, όπως ο Παρθενώνας, το Ερεχθείο, τα Προπύλαια, ο Ναός της Απτέρου Νίκης.
Η χρήση της Ακρόπολης συνεχίστηκε κατά τους μετέπειτα χρόνους για αμυντικούς, θρησκευτικούς και διοικητικούς λόγους. Οι καταστροφές που υπέστη κατά καιρούς (αρχαιότητα, βομβαρδισμός Μοροζίνη 1687, πολιορκία Κιουταχή 1826 και 1827) και οι παρεμβάσεις κατακτητών ή αλλόθρησκων δεν κατάφεραν να στερήσουν από τον χώρο την αίγλη και τη σημασία του. Ο Παρθενώνας, λιτό μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς [Unesco, 1987], αποτελεί σήμερα το πρώτο σε επισκέψεις αξιοθέατο της Ελλάδας προσελκύοντας εκατομμύρια επισκέπτες κάθε έτος.
Πηγή: www.athensattica.gr
Στον βραχώδη λόφο βορειοδυτικά της Ακρόπολης, οι αρχαίοι Αθηναίοι είχαν εγκαταστήσει το ανώτατο δικαστήριό τους: αυτό που δίκαζε τους φόνους εκ προμελέτης, τους εμπρησμούς και τις ιεροσυλίες, αλλά και αποφαινόταν για θρησκευτικά θέματα και νέες θρησκευτικές ιδέες.
Ο λόφος πήρε το όνομά του είτε από το θεό Άρη, που κατά την μυθολογική παράδοση δικάστηκε εδώ από τον βασιλέα των Αθηνών Κέκροπα για τον φόνο του γιου του Ποσειδώνα Αλιρρόθιου, είτε από το ιερό των Αρών Ερινύων, των χθόνιων θεοτήτων της τιμωρίας, των τύψεων και της εκδίκησης. Από τη μυθολογία πάλι γνωρίζουμε ότι στον Άρειο Πάγο δικάστηκε και ο Ορέστης για το φόνο της Κλυταιμνήστρας, και μάλιστα αθωώθηκε με την ψήφο της Αθηνάς. Από τότε οι Αθηναίοι ονόμασαν τις Ερινύες «Σεμνές» και «Ευμενίδες».
Από τη μυκηναϊκή περίοδο μέχρι τους γεωμετρικούς χρόνους (1600-700 π.Χ.), η βόρεια πλαγιά του είχε χρησιμοποιηθεί ως νεκροταφείο. Στο τέλος της ρωμαϊκής εποχής (4ος-6ος αιώνας μ.Χ.) στον Άρειο Πάγο είχαν κτισθεί 4 επαύλεις, ενώ από το 1600 έως το 1700 περίπου υπήρχε στο λόφο ναός του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτη, πρώτου επισκόπου των Αθηνών.
Όλα τα μεταγενέστερα κτίρια που κάλυπταν τα ερείπια των κλασικών χρόνων απομακρύνθηκαν κατά την Οθωνική περίοδο.
Πηγή: www.athensattica.gr