Το Ιστορικό & Λογοτεχνικό Αρχείο Καβάλας ιδρύθηκε το 1996. Η σημερινή του επίσημη νομική μορφή και σύσταση έγινε το 1996, όταν ήταν πλέον φανερό ότι το μέγεθος του ήταν τόσο σημαντικό, ώστε έπρεπε να οργανωθεί με σύγχρονες μεθόδους και με βάση πρότυπα επιστημονικά ιδρύματα, για να παρουσιάσει το πολύτιμο ιστορικό υλικό που έχει συλλεχθεί τα προηγούμενα περίπου 50 χρόνια.
Η βιβλιοθήκη του I.Λ.A.K. περιέχει σήμερα περισσότερους από 30.000 τόμους βιβλίων, περιοδικών, ημερολογίων και εφημερίδων από τον 16ο αιώνα μέχρι και σήμερα και είναι επικεντρωμένη στο βόρειο ελλαδικό χώρο.
Η λειτουργία του καλύπτεται οικονομικά μόνον από τους ιδρυτές του και από σπάνιες αρωγές της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Ιστοσελίδα μουσείου: www.ilak.org
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αβδήρων εκτίθενται αντικείμενα που βρέθηκαν στην πόλη και τα νεκροταφεία των αρχαίων Αβδήρων. Η έκθεση καλύπτει τη χρονική περίοδο από τον 7ο αι. π.Χ. μέχρι τον 13ο αι. μ.Χ. Η παρουσίαση των εκθεμάτων γίνεται σε τρεις κύριες ενότητες: δημόσιος βίος, ιδιωτικός βίος και ταφικά έθιμα, οι οποίες υποδιαιρούνται σε επιμέρους θεματικές ομάδες. Τα εκθέματα πλαισιώνονται από επεξηγηματικά κείμενα, φωτογραφίες, σχέδια, χάρτες και διαγράμματα. Το μουσείο έχει έντονο εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Κύριος στόχος είναι να συμβάλλει στην επιμόρφωση των μαθητών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και συγχρόνως να ικανοποιεί τον απαιτητικό επισκέπτη.
Η αρχιτεκτονική μελέτη του κτηρίου εκπονήθηκε από τους αρχιτέκτονες μηχανικούς του Υπουργείου Πολιτισμού Γ. Πολυχρονίου και Ν. Φιλιππίδη. Στο εξωτερικό του υπάρχουν αναφορές στα παραδοσιακά κτίσματα της Θράκης.Το κτήριο αποτελείται από το υπόγειο (στο οποίο βρίσκονται τα εργαστήρια, οι αποθήκες αρχαίων και υλικών, οι ηλεκτρολογικές και μηχανολογικές εγκαταστάσεις) το ισόγειο (όπου υπάρχουν τα εργαστήρια συντήρησης, οι χώροι εξυπηρέτησης του κοινού, η αίθουσα πολλαπλών χρήσεων και εκθεσιακός χώρος) και τον όροφο (που περιλαμβάνει γραφεία και εκθεσιακό χώρο).
Στα γραφεία κατά τις ώρες 7:00 – 15:00 εξυπηρετείται το κοινό για διοικητικές υποθέσεις. Το Μουσείο υπάγεται στη ΛΑ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Ξάνθης. Πρόθεση της Εφορείας είναι να μεταβληθεί σε χώρο πολλαπλών πολιτιστικών δραστηριοτήτων, ώστε να συμβάλλει δυναμικότερα στην πνευματική ανάπτυξη της περιοχής. Έχουν οργανωθεί επιστημονικές ξεναγήσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα. Στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων διεξήχθη στις 20-21 Οκτωβρίου 2001 συμπόσιο με θέμα «Κλαζομενές, Τέως και Άβδηρα: Μητροπόλις και αποικία». Τον Ιούνιο του 2002 φιλοξενήθηκε συνάντηση Ελλήνων και Ισπανών στο πλαίσιο γενικότερης συνεργασίας της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης με την αντίστοιχη Περιφέρεια της Αdra και το Πανεπιστήμιο της Granada.
Στους άμεσα πραγματοποιήσιμους στόχους συγκαταλλέγεται η οργάνωση φωτογραφικών εκθέσεων, περιοδικών εκθέσεων αρχαιολογικού ή εικαστικού περιεχομένου και η εγκατάσταση οπτικοακουστικού συστήματος.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Φιλίππων κτίστηκε τη δεκαετία του 1960 σύμφωνα με σχέδια των αρχιτεκτόνων Ι. Δ. Τριανταφυλλίδη και Δ. Φατούρου, στις παρυφές του αρχαιολογικού χώρου Φιλίππων. Επειδή το παλιό κτίριο, παρουσίαζε πολλαπλά προβλήματα το κτίριο ανακατασκευάστηκε.
Το μουσείο διαθέτει δύο ενότητες εκθεσιακών χώρων για τη μόνιμη παρουσίαση των ευρημάτων από τις ανασκαφές της αρχαίας πόλης.
Η Ενότητα Α΄ καταλαμβάνει ολόκληρο το ισόγειο και έχει εμβαδόν 380 τ.μ. Στην ενότητα αυτή παρουσιάζεται αρχαιολογικό (επιγραφές, γλυπτά, αγγεία, νομίσματα, κοσμήματα), ιστορικό και εποπτικό υλικό της πόλης των Φιλίππων και της περιοχής της από τους προϊστορικούς χρόνους ως το τέλος της ρωμαϊκής αρχαιότητας.
Η Ενότητα Β΄καταλαμβάνει τον όροφο του κτιρίου με εμβαδόν 205 τ.μ. και σε αυτή παρουσιάζεται η χριστιανική πόλη (επιγραφές, αρχιτεκτονικά μέλη, ψηφιδωτά, αγγεία, νομίσματα) από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια της ακμής ως την συρρίκνωσή της στον 7ο μ.Χ. αιώνα και την οριστική ερήμωσή της μετά την τουρκική κατάκτηση στα τέλη του 14ου αιώνα.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Το Εκκλησιαστικό Μουσείο Ιεράς Μητροπόλεως Μαρώνειας και Κομοτηνής στεγάζει τη συλλογή εκκλησιαστικών αντικειμένων (φορητές εικόνες, ιερά σκεύη, ιερατικά άμφια, χειρόγραφα και λειτουργικά βιβλία) τα οποία συγκεντρώθηκαν από τους ναούς της εκκλησιαστικής επαρχίας της οικείας Μητροπόλεως καθώς και από τις δωρεές των προσφύγων οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Κομοτηνής.
Τα εκθέματα καλύπτουν το χρονικό διάστημα από τον 16ο έως τις αρχές του 20ου αι. και αποτελούν μάρτυρες της μεταβυζαντινής εκκλησιαστικής τέχνης της περιοχής. Σκοπός του μουσείου είναι η περισυλλογή, διαφύλαξη, συντήρηση, έκθεση και προβολή των πάσης φύσης αντικειμένων που προβάλλουν την εκκλησιαστική τέχνη και ιστορία της Ιεράς Μητροπόλεως Μαρώνειας και Κομοτηνής.
Το μουσείο τελεί υπό την άμεση εποπτεία της Ιεράς Μητρόπολης Κομοτηνής και Μαρώνειας Το μουσείο στεγάζεται σε αναστηλωμένο Οθωμανικό κτίριο του 15ου αιώνα που μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα είχε χρήση πτωχοκομείου (Ιμαρέτ).
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Το Εκκλησιαστικό Μουσείο της Ιεράς Μητροπόλεως Ξάνθης και Περιθωρίου στεγάζεται στην ανατολική πτέρυγα της Μονής Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας. Η μονή είναι βορειοανατολικά της Ξάνθης. Η συλλογή του μουσείου συστάθηκε στις αρχές της δεκαετίας το 60 από τον τότε μητροπολίτη Ξάνθης Αντώνιο.
Εκθέματα του μουσείου αποτελούν οι συλλογές από φορητές εικόνες, αργυρά λειτουργικά σκεύη, χειρόγραφα και έντυπα λειτουργικά βιβλία, αλλά και από κεντημένα λειτουργικά υφάσματα, καθώς και ξυλόγλυπτα.
Τα εκθέματα χρονολογούνται από το τέλος της Βυζαντινής περιόδου μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα και παρουσιάζουν ένα πανόραμα της ιστορίας της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης στην περιοχή της Θράκης.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Το «Σπίτι της Σκιάς δημιουργήθηκε για να στεγάσει τα έργα σκιάς του Τριαντάφυλλου Βαΐτση. Αποτελείται από δύο βασικούς χώρους: το εργαστήριο – πωλητήριο και την έκθεση. Στον εκθεσιακό χώρο, μπορεί κανείς να δει γλυπτά από σκουπίδια, τα οποία όταν φωτιστούν κατάλληλα παράγουν αναγνωρίσιμες μορφές σκιάς. Η γενικότερη φιλοσοφία των έργων αυτών προσεγγίζεται στη θεώρηση των αντικειμένων, των καταστάσεων, των γεγονότων από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Η «απρόβλεπτη» σκιά κάθε έργου υποδεικνύει την προσπάθεια που πρέπει να καταβάλουμε για να κατανοήσουμε οτιδήποτε μας προβληματίζει ή ακόμα και ό,τι θεωρούμε δεδομένο.
Αυτό που βλέπουμε είναι πάντοτε λιγότερο από αυτό που κοιτάμε. Κάθε αντικείμενο, κάθε κατάσταση, κάθε γεγονός έχουν διαστάσεις και παραμέτρους, οι οποίες δεν είναι ορατές ή εύκολα αντιληπτές. Το σχήμα, το μέγεθος, το χρώμα, η υφή, η σιωπή, ο θόρυβος, η ένταση, η απλότητα, η πολυπλοκότητα, η φωτεινότητα και πολλά άλλα… είναι παράγοντες που φανερώνουν ή και κρύβουν μηνύματα – σκέψεις, υποδεικνύουν δρόμους, αποκαλύπτουν νέες διαστάσεις…
“Χτίζω πάνω σ’ αυτές τις σκέψεις. Κάνω ορατό το αόρατο… Δείτε αυτό που δεν φαίνεται…”
Γεννήθηκα …
… μεγαλώνω …
… θα πεθάνω …
… έως τότε όμως, θα δημιουργώ …
Τριαντάφυλλος Βαΐτσης, www.vaitsis.wordpress.com
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Μέσα στο κάστρο, πρώην οικία Βαφειάδη, αναπαλαιωμένο αστικό κτίριο του μεσοπολέμου, βρίσκεται η Δημοτική Πινακοθήκη Διδυμοτείχου. Δημιουργήθηκε το 2000 για να στεγάσει έργα του διεθνής φήμης Διδυμοτειχίτη ζωγράφου Δημήτριου Ναλμπάντη.
Διακοσμήθηκε εσωτερικά και εξωτερικά μέσα σε ένδεκα μήνες από τον ίδιο τον ζωγράφο, στο πλαίσιο εθελοντικής προσφοράς προς τον τόπο του και τη μνήμη της μητέρας του. Για τη διακόσμηση του ο ζωγράφος εμπνεύστηκε από την ιστορία του βυζαντινού Διδυμοτείχου και από διακοσμητικά στοιχεία της μεταβυζαντινής εκκλησίας Κοίμησης της Θεοτόκου Διδυμοτείχου.
Ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει μια μοναδική ζωγραφική συλλογή σαράντα έξι έργων, δωρεά του τιμημένου από τον Ο.Η.Ε. ζωγράφου, που καλύπτουν μια λαμπρή καριέρα τριάντα πέντε ετών. Κατά καιρούς ο ζωγράφος έχει διοργανώσει στην πινακοθήκη μαθήματα ζωγραφικής για μαθητές και δασκάλους καθώς και εκθέσεις ζωγραφικής με έργα παιδιών.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Ο Όλυμπος δε θέλει πολλές συστάσεις: το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, διάσημο από την μυθολογία, στόχος για ορειβάτες από όλο τον κόσμο, αλλά και ένας φυσικός παράδεισος.
Ορθώνεται απότομα πάνω από τον Θερμαϊκό κόλπο, στα όρια Μακεδονίας-Θεσσαλίας. Ανήκει στους νομούς Πιερίας και Λαρίσης. Στα νότιά του βρίσκονται ο Κάτω Όλυμπος και τα Τέμπη, στα βορειοδυτικά του ο Τίταρος και τα Πιέρια όρη. Ο Όλυμπος είναι ο παλιότερος Εθνικός Δρυμός της χώρας, από το 1938.
Το τοπίο στον Όλυμπο είναι επιβλητικό. Οι πλαγιές του ξεκινάνε από τον κάμπο της Κατερίνης και η ψηλότερή κορφή του, ο Μύτικας, φτάνει τα 2.918μ. Η ανάβαση στον Όλυμπο είναι μια συναρπαστική εμπειρία, και το τοπίο επιφυλάσσει διαρκώς οπτικές εκπλήξεις.
Οι κλασσικές διαδρομές για τον Όλυμπο ξεκινούν από τα ανατολικά του, από το Λιτόχωρο ή από την τοποθεσία Πριόνια όπου φτάνει δασικός δρόμος. Η ανάβαση στις ψηλές κορυφές γίνεται συνήθως τους μήνες Ιούλιο-Σεπτέμβριο. Σε χαμηλότερα υψόμετρα μπορεί να πάει κανείς και άνοιξη ή φθινόπωρο. Το χειμώνα η ανάβαση γίνεται αρκετά τεχνική και επικίνδυνη.
Η φύση στον Όλυμπο
Κορυφές
Οι κορυφές του Ολύμπου παλιά ήταν κατοικία των θεών – μέχρι την κατάκτησή τους το 1913 από τους Χρ.Κάκαλο, F.Boissonnas και D.Baud-Bovy. Οι γνωστότερες κορυφές του είναι:
- Μύτικας (2.918μ.), η ψηλότερη της Ελλάδας, απόκρημνη και απαιτητική, στόχος κάθε ορειβάτη.
- Σκολιό (2.905μ.), πιο εύκολη ανάβαση, αλλά με εξαιρετική θέα.
- Στεφάνι (2.912μ.), γνωστό και ως «Θρόνος του Δία», η δυσκολότερη κορυφή του Ολύμπου, απαιτεί αναρριχητική εμπειρία.
- Σκάλα (2.866μ.), από εδώ ξεκινάει η πιο συνηθισμένη ανάβαση για τον Μύτικα.
- Προφήτης Ηλίας (2.803μ.), στο πανέμορφο οροπέδιο των Μουσών.
- Αγ. Αντώνιος (2.815μ.), στο νότιο κομμάτι του Ολύμπου, λίγοι τον πατάνε
Βλάστηση και οικότοποι
Ο Όλυμπος έχει τεράστιο υψομετρικό εύρος: από τα 100μ. του κάμπου της Κατερίνης μέχρι σχεδόν τα 3 χιλιόμετρα υψόμετρο στις κορφές του. Στα χαμηλά το βουνό έχει μεσογειακή βλάστηση, και από τα 800μ. και πάνω εκτεταμένα δάση μαυρόπευκου και οξιάς. Λίγο ψηλότερα φυτρώνουν επίσης ρόμπολα και έλατα. Το ρόμπολο (Pinus heldreichii) είναι το δέντρο της Ελλάδας που φυτρώνει ψηλότερα από οποιοδήποτε άλλο – στον Όλυμπο ανέρχεται μέχρι περ. τα 2400μ. Από εκεί και πάνω συναντάμε την αλπική ζώνη, με αλπικά λιβάδια, λιθώνες και γκρεμούς.
Χλωρίδα
Η χλωρίδα του είναι ιδιαίτερα πλούσια, με πάνω από 1700 είδη ανώτερων φυτών – περίπου των ¼ της ελληνικής χλωρίδας. Από αυτά, τα 27 είναι ενδημικά του Ολύμπου. Η γιαγκαία του Χελδράιχ (Jankaea heldreichii) που απαντάται σε χαράδρες του βουνού, και η βιόλα του Ολύμπου (Viola striis-notata) που φυτρώνει στα αλπικά, είναι δύο διάσημα ενδημικά αγριολούλουδα.
Πανίδα
Στον Όλυμπο ζουν Ζαρκάδια, Λύκοι, Αγριογούρουνα, Αλεπούδες και άλλα. Η Καφέ Αρκούδα Ursus arctos έχει κάνει πρόσφατα την εμφάνισή της. Το πιο εντυπωσιακό θηλαστικό του Ολύμπου είναι το Αγριόγιδο Rupicapra rupicapra. Απόλυτα προσαρμοσμένο στα ψηλά βουνά, περπατάει με άνεση και σιγουριά σε σάρες, ζωνάρια, γκρεμούς του Ολύμπου. Μπορούμε να το δούμε σχετικά εύκολα στο οροπέδιο των Μουσών. Ο Όλυμπος φημίζεται επίσης για τις πεταλούδες του.
Ορνιθοπανίδα
Στα ψηλά του Ολύμπου θα δούμε να πετάνε μεγάλα κοπάδια από Κιτρινοκαλλιακούδες, και διάφορα αλπικά μικροπούλια όπως η Χιονάδα και ο Χιονοψάλτης. Αν είμαστε πολύ τυχεροί, θα βρούμε στις ορθοπλαγιές τον ακριβοθώρητο Τοιχόδρομο Tichodroma muraria, ένα πουλί με εντυπωσιακά χρώματα, μαύρο, γκρι, κόκκινο. Στα πυκνά δάση του βουνού αν προσέξουμε ίσως πετύχουμε Σταυρομύτες, Λοφιοπαπαδίτσες, Πύρρουλες και άλλα δασικά είδη.
Πηγή: www.eepf.gr
διαβάστε περισσότεραΤο κτήριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας κτίστηκε από τον Δήμο Δράμας και παραχωρήθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού. Μ΄αυτόν τον τρόπο η τοπική κοινωνία της Δράμας επέσπευσε τις διαδικασίες για την ίδρυση του Αρχαιολογικού Μουσείου στην πρωτεύουσα του ακριτικού
Νομού. Το μουσειακό κτήριο είναι ακόμη μικρό αλλά σηματοδοτεί την αρχή της πορείας για τη συστηματοποίηση της αρχαιολογικής έρευνας και την προβολή της πολιτιστικής φυσιογνωμίας της περιοχής.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα καταγράφουν την πολιτιστική ιστορία της Δράμας και της περιοχής από τους νομάδες κυνηγούς Μέσης Παλαιολιθικής Εποχής (50.000 π.Χ.), ως τους πρώτους γεωργούς και κτηνοτρόφους των Νεολιθικών κοινοτήτων (5.500-3.000 π.Χ.) και από τις πρώτες πατριαρχικές κοινωνίες της Εποχής του Χαλκού (3.000-1.050 π.Χ.) ως τα ισχυρά γένη της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου (1.050-700 π.Χ.). Τα πολεμικά θρακικά φύλα τα οποία κατά τη φιλολογική παράδοση κατοικούσαν στους ιστορικούς χρόνους στην ενδοχώρα της Δράμας, έχουν την καταγωγή τους στους πολεμιστές με τα σιδερένια ξίφη που η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε στους ταφικούς τύμβους της βιομηχανικής ζώνης της Δράμας.
Από τις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα με την ίδρυση των αποικιών των νοτιοελλαδικών πόλεων στη Θάσο και στα παράλια της Μακεδονίας, αρχίζει η διείσδυση του ελληνικού κόσμου στην ενδοχώρα του σημερινού νομού Δράμας . Η Θάσος και οι αποικίες της στα παράλια ανάμεσα στο Στρυμόνα και στο Νέστο άνοιξαν τους δρόμους των εμπορικών συναλλαγών και της πολιτιστικής επικοινωνίας του εσωτερικού της Θράκης με τις ελληνικές πόλεις-κράτη των παραλιών. Τους Θάσιους ακολούθησαν οι Αθηναίοι και αργότερα οι Μακεδόνες και οι Ρωμαίοι, ενισχύοντας όλο και περισσότερο την πορεία της περιοχής προς την αστικοποίηση. Το Παγγαίο έριξε την σκιά του στην πεδιάδα της Δράμας και σφράγισε την ιστορία και τον πολιτισμό της ως πηγή πλούτου με τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου και ως ιερό βουνό του Διόνυσου. Η λατρεία του Διόνυσου υπήρξε κοινό σημείο αναφοράς Ελλήνων και Θρακών, όπως επιβεβαιώνουν τα αναθήματα από τα ιερό του Θεού στον αρχαίο οικισμό της Δράμας.
Για την ιστορία της περιοχής στους Αρχαϊκούς Κλασικούς Χρόνους ελάχιστες είναι οι φιλολογικές πληροφορίες, ελάχιστα και τα ανασκαφικά ευρήματα, αφού δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη ανασκαφές μεγάλης κλίμακας. Ισχυρά ωστόσο θρακικά βασίλεια ή αυτόνομες πόλεις-κράτη φαίνεται ότι δεν είχαν αναπτυχθεί. Στο σύνολό της η πεδιάδα της Δράμας και οι γύρω ημιορεινές περιοχές πέρασαν στην ιστορία ως περιφέρεια αρχικά του Μακεδονικού βασιλείου και στην συνέχεια της ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας με κύριο αστικό κέντρο τους Φιλλίπους.
Οι Φίλιπποι παραμένουν το διοικητικό και πολιτιστικό κέντρο και στους Παλαιοχριστιανικούς Χρόνους ( 4ος-6ος π.Χ. αιώνας), όταν η Δράμα αποτελεί επαρχία της επισκοπής των Φιλίππων.
Μόνο μετά τη διάλυση του αρχαίου κόσμου στο 7ο π.Χ. αιώνα και την παρακμή των Φιλίππων η περιοχή διαμορφώνει το δικό της αστικό κέντρο. Στους Πρώιμους Βυζαντινούς Χρόνους εμφανίζεται το πολίχνιον ή το κάστρον της Δράμας στο οποίο είναι εγκατεστημένος στρατιωτικός διοικητής που ελέγχει την περιοχή. Στους Ύστερους Βυζαντινούς Χρόνους το κάστρο της Δράμας με τη γύρω του περιοχή, ύστερα από αλλεπάλληλες κατακτήσεις του από τους Λατίνους, τους Βυζαντινούς και τους Βούλγαρους, παρέμεινε Βυζαντινό από τα μέσα του 13ου αιώνα ως την κατάκτηση του από τους Σέρβους στα μέσα του 14ου αιώνα. Στα 1371 επανακτήθηκε από το βυζαντινό αυτοκράτορα Μανουήλ Β Παλαιολόγο και υπήρξε διοικητικό κέντρο και έδρα αρχιεπισκοπής ως τα 1383 οπότε κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς.
Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας η Δράμα ενισχυμένη και με Τούρκους εποίκους από την Μ. Ασία παρέμεινε το κύριο αστικό και διοικητικό κέντρο της περιοχής σε άμεση διοικητική και πολιτιστική εξάρτηση από την Κωνσταντινούπολη, πρωτεύουσα της οθωμανικής αυτοκρατορίας και έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες της Δράμας όπως και όλος ο υπόδουλος ελληνισμός συσπειρώθηκαν γύρω από το Πατριαρχείο για να προστατεύσουν τα δικαιώματα τους και να οργανώσουν την εθνική τους άμυνα μέσα από την παιδεία.
Η οικονομική ακμή της πόλης της Δράμας, η οποία στο 17ο και 18ο αιώνα στηρίχθηκε στις καλλιέργειες του ρυζιού και του βαμβακιού, γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στο 19ο αιώνα με την καλλιέργεια και την εμπορία του καπνού. Στο 190 αιώνα το καπνεμπόριο άνοιξε τους δρόμους επικοινωνίας με τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και έφερε την οικονομική και πολιτιστική ακμή στη Δράμα και στα αστικά κέντρα που αναπτύχθηκαν γύρω από αυτήν.
Στα τέλη του 19ου αιώνα η περιοχή βρέθηκε στο επίκεντρο των συγκρούσεων που προκάλεσε ο επεκτατισμός του νεοσύστατου βουλγαρικού κράτους προς τη Μακεδονία και πλήρωσε το δικό της τίμημα με τη συμμετοχή της στο Μακεδονικό αγώνα και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Στις αρχές του 20ου αιώνα με το τέλος των Βαλκανικών πολέμων (1913) η Δράμα και η περιοχή της εντάχθηκαν στο ελληνικό κράτος.
Προϊστορικοί Χρόνοι (50.000-700 π.Χ.)
Τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή του σημερινού νομού Δράμας αντιπροσωπεύουν τα ευρήματα που έφερε στο φως ανασκαφική έρευνα στο σπήλαιο των πηγών του Αγγίτη, όπου εντοπίστηκε εγκατάσταση παλαιολιθικών κυνηγών. Τα ευρήματα είναι οστά ζώων και λίθινα εργαλεία που χρονολογούνται στη Μέση Παλαιολιθική Εποχή (Μουστέρια περίοδος, 50.000 χρόνια από σήμερα).
Γύρω στα μέσα της 6ης π.Χ. χιλιετίας εμφανίζονται οι πρώτοι νεολιθικοί γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Ένας μεγάλος αριθμός οικισμών της Μέσης και Νεότερης Νεολιθικής Εποχής μαρτυρεί την πληθυσμιακή άνθηση της λεκάνης της Δράμας από τα μέσα της 6ης έως τα τέλη της 4ης π.Χ. χιλιετίας. Οι ανασκαφικές έρευνες στους προϊστορικούς οικισμούς των Σιταγρών και του Αρκαδικού έδωσαν πολύ σημαντικά ευρήματα. Εργαλεία, κοσμήματα, αγγεία με προηγμένη τεχνολογία όπτησης και διακόσμησης αντιπροσωπεύουν τις πρώτες τεχνολογικές κατακτήσεις του νεολιθικού ανθρώπου που συνδέονται με την παραγωγή και την αποθήκευση τροφής, την ύφανση, την καλαθοπλεκτική, καθώς και την προσπάθεια του να προβάλει το ατομικό του πρόσωπο και να επικοινωνήσει με τις δυνάμεις της φύσης μέσα από τα ειδώλια και τα τελετουργικά αγγεία. Στα τέλη της νεολιθικής εποχής στον προϊστορικό οικισμό των Σιταγρών έχουμε και τα πρώτα δείγματα μεταλλουργίας.
Από τον οικισμό των Σιταγρών προέρχονται επίσης τα ευρήματα που αντιπροσωπεύουν την πολιτιστική εικόνα της περιοχής στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού 3.000-2.000 π.Χ., περίοδο μεγάλης πολιτιστικής αλλαγής για όλον τον ευρωπαϊκό χώρο. Την εποχή αυτή η περιοχή της Δράμας, όπως φαίνεται από τα αγγεία, αναπτύσσει πολιτιστικές σχέσεις με την Κεντρική Ευρώπη και το Βορειοανατολικό Αιγαίο. Στα τέλη της Ύστερης εποχής του Χαλκού τα ευρήματα από τους ταφικούς τύμβους των Ποταμών και της εξοχής μαρτυρούν επικοινωνία της περιοχής με τα ηπειρωτικά Βαλκάνια και την Κεντρική Μακεδονία, ενώ τα τοπικά μυκηναϊκά αγγεία αποτελούν τα πρώτα δείγματα επαφών με τον μυκηναϊκό κόσμο. Αγγεία, όπλα, εργαλεία και κοσμήματα από τους τάφους της βιομηχανικής ζώνης της Δράμας αποδίδουν την πολιτιστική εικόνα της περιοχής στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου (1.050-700 π.Χ.).
Αρχαίοι Χρόνοι (700 π.Χ.-324 μ.Χ.)
Αγγεία τροχήλατα με διακόσμηση πρωτογεωμετρικού τύπου αποτελούν τα αρχαιότερα μέχρι στιγμής δείγματα επαφών της περιοχής με τις πόλεις των παραλίων της Μακεδονίας, θασιακές ως επί το πλείστον αποικίες. Από τα τέλη του 6ου αιώνα και τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα εμφανίζεται αττική κεραμική και άλλα επείσακτα αντικείμενα, όπως το κορινθιακό κράνος από τον οικισμό στο Καλαμπάκι. Η μαρμάρινη προτομή του Διονύσου από το Ιερό του Διονύσου στον αρχαίο οικισμό της Δράμας, αποτελεί το αρχαιότερο δείγμα λατρείας του θεού στην ενδοχώρα του Παγγαίου.
Οι ύστεροι Κλασσικοί και Ελληνιστικοί Χρόνοι αντιπροσωπεύονται με περισσότερα ευρήματα. Το μνημειακό κτήριο στην Καλή Βρύση, τα αναθήματα από το ιερό του Διονύσου και μακεδονικός τάφος στον αρχαίο οικισμό της Δράμας, τα ταφικά ευρήματα στις νεκροπόλεις της ενδοχώρας μαρτυρούν οικονομική και πολιτιστική άνθηση. Ο θησαυρός των 860 αργυρών νομισμάτων από τους Ποτάμιους βεβαιώνει πως με την ένταξη της περιοχής στο βασίλειο της Μακεδονίας το νέο «σκληρό» νόμισμα του Μακεδόνα βασιλιά Φιλλίπου Β΄ αρχίζει να εκτοπίζει τα παλαιά νομίσματα της Θάσου και των αποικιών της. Σύνολα νομισμάτων «θησαυροί», εναποθέτονται συχνά ως κτερίσματα στους τάφους μέσα στα αγγεία, τοπικών ως επί το πλείστον εργαστηρίων.
Ο σταδιοδείκτης από τον αρχαίο οικισμό στο Kαλαμπάκι αποτελεί δείγμα των έργων οδοποιίας που πραγματοποιήθηκαν στην εποχή των Μακεδόνων. Ο μιλιοδέκτης της Εγνατίας οδού από την ίδια περιοχή βεβαιώνει πως η μεγάλη ρωμαϊκή οδός, ακολούθησε το οδικό δίκτυο των Μακεδόνων στην πορεία της από την Αμφίπολη στους Φιλλίπους.
Στους ρωμαϊκούς Χρόνους το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού Νομού Δράμας ανήκει στην αγροτική περιοχή, στη χωρά, της ρωμαικής αποικίας των Φιλλίπων. Τα ευρήματα περιγράφουν τη συνύπαρξη του ελληνικού και του ρωμαϊκού κόσμου μέσα στα οποία εντάσσονται και αφομοιώνονται τα τοπικά θρακικά φύλα. Το χάλκινο αγαλμάτιο του Δία από τη Μαρμαρία, αποδίδει στους ρωμαϊκούς Χρόνους αγαλματικό τύπο Δία των Πρώιμων Κλασικών Χρόνων, γνωστό σε όλον τον ελληνικό κόσμο.
Η επιτύμβια στήλη που βρέθηκε στην περιοχή της Γραμμένης περιγράφει τη λαμπρή στρατιωτική καριέρα του Τιβέριου Κλαύδιου Μάξιμου, του ρωμαίου λεγεωνάριου που πολεμώντας δίπλα στον Τραϊανό στο Δακικό πόλεμο συνέλαβε και αποκεφάλισε τον τελευταίο βασιλιά της Δακίας Δεκάβαλο.
Παλαιοχριστιανικοί και Βυζαντινοί Χρόνοι (324 μ .Χ.-1383 μ.Χ.)
Αρχιτεκτονικά γλυπτά μαρτυρούν την ποιότητα της τέχνης που άνθισε στην ενδοχώρα της Δράμας, στον 5ο και 6ο μ.Χ. αιώνα κάτω από την καλλιτεχνική επίδραση που ασκούσε στην περιοχή η πόλη των Φιλίππων. Κεραμική και νομίσματα βεβαιώνουν τη συνέχεια της ζωής του παλαιοχριστιανικού οικισμού της Δράμας από τους Παλαιοχριστιανικούς ως τους Ύστερους Βυζαντινούς Χρόνους. Ανασκαφικά ευρήματα από την πεδιάδα των Φιλίππων και από τις ορεινές περιοχές παρέχουν πληροφορίες για το επίπεδο ζωής στις αγροικίες των Φιλίππων αλλά και στις οχυρές ακροπόλεις.
Α.Μ.Ε.Α. Υπάρχει πρόσβαση για άτομα με ειδικές ανάγκες, και ενημερωτικός κατάλογος ευρημάτων σε σύστημα Braille.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
Το Θρακικό Εθνολογικό και Πολιτιστικό Μουσείο Κομοτηνής και Θράκης στεγάζεται στην οικία Σκουτέρη στην οδό Κούλογλου 10 και αποτελεί Δωρεά της Βασιλικής Σκουτέρη – Δίντσογλου προς το Δήμο Κομοτηνής. Η αρχιτεκτονική, η διακόσμηση, τα έπιπλα και τα αντικείμενα του
Μουσείου αποδίδουν τη ζωή της αστικής τάξης της πόλης και την ατμόσφαιρα της εποχής στο μεταίχμιο 19ου και 20ου αιώνα. Η οικία Σκουτέρη χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα την ίδια περίοδο με το διπλανό διατηρητέο κτήριο που αποτελούσε την κατοικία των αδελφών Τελωνίδη. Η οικογένεια Σκουτέρη εγκαταστάθηκε στην Κομοτηνή ερχόμενη από την Ήπειρο και το σπίτι αυτό αποτέλεσε την κατοικία της οικογένειας μέχρι και το δεύτερο μισό του 20ου.
Σε λιτές νεοκλασικές γραμμές, το κτίριο αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα αρχιτεκτονικής κατοικίας νεότερης εποχής της αστικής τάξης της Θράκης. Είναι χτισμένο πιθανόν από Ηπειρώτες τεχνίτες. Ενσωματώνει την εγχώρια τεχνική δόμησης με τις, ευρωπαϊκής προέλευσης, τοιχογραφίες στους τοίχους του ορόφου.
Πηγή: Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας, Θράκης
διαβάστε περισσότερα